"Είναι μια ώρα δύσκολη" του Τόλη, η "Κανάρα" του Χρηστάκη: Δείτε απόσπασμα της βιογραφίας του Ζακ Ιακωβίδη
«Ο Ζακ Ιακωβίδης αποτελεί μια μοναδική περίπτωση στην ελληνική μουσική. Πάντα πρωτότυπος και ανανεωμένος για εξήντα χρόνια, δεν έπαψε στιγμή να δίνει με επιτυχία το δημιουργικό του παρών.
Γράφοντας διαχρονικά τραγούδια, κατέφερε να παραμείνει ιδιαίτερα δημοφιλής στο φιλόμουσο κοινό.
Οι νεώτεροι, παρ’ ότι έχουν αφορίσει πεισματικά το παρελθόν, τραγουδούν κάποια σουξέ του, όπως η «Κανάρα», «Είναι μια ώρα δύσκολη», «Να το πάρεις το κορίτσι».
Μοναδικός ανταγωνιστής του υπήρξε ο Γιώργος Μουζάκης, που εδώ και πολλά χρόνια τον άφησε μόνο του στη δράση. Η διαδρομή του αποκτά μεγαλύτερη σημασία, γιατί εκτυλίχτηκε μέσα σε πρωτοφανείς, εναλλασσόμενες ιστορικές και πολιτιστικές συγκυρίες.
Σε κεφάλαιο με τον τίτλο «Γιεγιέδες και μπουζούκια» (σ.σ.: αφορά τίτλο επιθεώρησης) ο Ζακ Ιακωβίδης μιλάει για την πρώτη επαφή που είχε με τον Τόλη Βοσκόπουλο…
«Ο θίασος αποτελείτο από μια πλειάδα αξεπέραστων ηθοποιών, όπως ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Κούλης Στολίγκας, η Σπεράντζα Βρανά, η Ζωζώ Σαπουτζάκη και ο Τάκης Μηλιάδης.
Συνηθιζόταν τότε στην επιθεώρηση να παρεμβάλλονται και κάποιοι τραγουδιστές για να δίνουν ανάσες στους θεατές. Σε αυτή την επιθεώρηση τραγουδιστής ήταν ο Γιάννης Πουλόπουλος με τη βελούδινη φωνή.
Ατυχώς, δύο μέρες πριν από την πρεμιέρα, ο Πουλόπουλος τσακώθηκε με τον επιχειρηματία Γιάννη Σύλβα και αποχώρησε αφήνοντάς τον στα κρύα του λουτρού. Πάνω στην απόγνωση, έδωσε τη λύση ο Ζακ: “Μην ανησυχείτε, στη θέση του Πουλόπουλου θα βάλουμε τον Βοσκόπουλο”.
Ο Τόλης Βοσκόπουλος, άσημος ηθοποιός και τραγουδιστής, ζούσε στην ανέχεια. Παρά το μεγάλο ταλέντο του, δεν είχε βρει ακόμα την ευκαιρία να αναδειχθεί.
Στη συγκεκριμένη παράσταση κρατούσε έναν ρολάκο να βγαίνει στη σκηνή με το μπουζουκάκι, να ρίχνει δύο πενιές και κάτι λίγα φωνητικά. Τώρα, ο Ζακ θα του εμπιστευόταν μερικά από τα ομορφότερα τραγούδια του, που θα έγραφαν ιστορία.
Η αποκάλυψη της παράστασης ήταν ο Τόλης Βοσκόπουλος. Νέος, ωραίος και αισθησιακός, κρατώντας το μπουζούκι του έμελλε να γίνει σταρ σε μία νύχτα. Με την ιδιότυπη αισθηματική του φωνή πότε μόνος και πότε ντουέτο με τους ηθοποιούς, έκανε το μπαμ.
Την επομένη κλήθηκε να υπογράψει συμβόλαιο στην “Κουίντα” της Φωκίωνος Νέγρη με μεροκάματο 1.500 δρχ. παρακαλώ. Ενθουσιασμένος, δεν παρέλειπε να επαναλαμβάνει στον ευεργέτη του “Ζακ, με έσωσες”».
Στο επόμενο κεφάλαιο που φέρει τον τίτλο «Ο Τόλης σε μία ώρα δύσκολη» γράφει ο Κώστας Παπασπήλιος:
«Δεν πέρασαν τέσσερις μήνες και ο Βοσκόπουλος ανέβηκε στο στούντιο της Κολούμπια για ηχογράφηση. Το πρώτο τραγούδι που έγραψε στο βινίλιο ήταν “Η αρραβωνιάρα” ντουέτο με τη Δούκισσα. Μόλις βγήκε το δισκάκι των 45 στροφών, έγινε κυριολεκτικά ανάρπαστο.
Στη συνέχεια, ο Τόλης ηχογράφησε ένα από τα πιο κλασικά, λαϊκά τραγούδια. Ο νεαρός τραγουδιστής στην πιο δύσκολη ώρα της ζωής του τραγούδησε “Είναι μια ώρα δύσκολη” για να ξεφύγει από τα οριστικά και τα δύσκολα. Αυτό το διαχρονικό τραγούδι του Ζακ σε στίχους Ηλία Λυμπερόπουλου μέχρι τις μέρες μας συγκινεί πολύ το κοινό.
Η συνέχεια για τον Βοσκόπουλο ήταν θριαμβευτική. Φτιάχνοντας “σχολή” με το μοναδικό τραγούδημά του έμελλε για αρκετές δεκαετίες να μεσουρανήσει στο ελληνικό τραγούδι.
Ο Ζακ εκτίμησε πρώτος το τραγουδιστικό ταμπεραμέντο του Τόλη και συνέθεσε και άλλα τραγούδια για τη φωνή του. Ανάμεσά τους τα “Ασε στην πόρτα το κλειδί”, “Γιατί, γιατί”, “Βρέχει ψιλοβρέχει” και “Αν είσαι αριστοκράτισσα” γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Οσο για τη “Γαρδένια”, αυτή πραγματικά αποτέλεσε μια νέα, πρωτότυπη μουσική άποψη».
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Κώστα Παπασπήλιου: "Είναι μία ώρα δύσκολη "
ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΧΡΟΝΙΑ
«Ο Ζακ Ιακωβίδης γεννήθηκε στην πλατεία Αμερικής. Σε αυτήν την πολύβουη περιοχή της Αθήνας μεγάλωσε ήσυχα και απλά. Εκεί ανάμεσα στις άμαξες, στ’ αυτοκίνητα και στην πιάτσα των ταξί, έπαιξε ατελείωτες ώρες κλέφτες κι αστυνόμους, κουτσό και βόλους. Η… σπεσιαλιτέ του όμως ήταν το κρυφτό.
Στην Ε’ Δημοτικού ο Ζακ μεταγράφηκε στο Κολλέγιο Αθηνών, όπου φοίτησε μέχρι την έλευση των Γερμανών στην Αθήνα. Εκεί ανακάλυψε το θέατρο παρακολουθώντας την “Καταιγίδα” του Σαίξπηρ σε μια εκπληκτική παράσταση. Σκηνοθέτης του έργου ήταν ένα παράξενος καθηγητής αγγλικών. Ο μοναδικός Κάρολος Κουν.
Το 1929 ο πατέρας του Χάιμ Μπενβενίστε μετέφερε τη δισκογραφική εταιρεία Οντεόν στην Αθήνα. Μόνο που τώρα άλλαξε συνέταιρο και στη θέση του Αμπραβανέλ τοποθέτησε τον μέχρι τότε λογιστή της εταιρείας Μίνω Μάτσα.
Στην πορεία, ο Μπενβενίστε, η Οντέον και ο Μάτσας θα έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της ελληνικής μουσικής. Στην Κολούμπια ο Ζακ γνώρισε από κοντά μερικούς θρύλους του ελληνικού τραγουδιού. Τη μεγαλύτερη εντύπωση του είχε προξενήσει ο πατέρας τού ρεμπέτικου, ο Μάρκος Βαμβακάρης».
Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΑΣ
«Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος του 1940, τα πράγματα δυσκόλεψαν πολύ. Η οικογένεια του Ζακ λόγω της εβραϊκής του ρίζας ανησυχούσε περισσότερο. Παρά τους κινδύνους, ο Ζακ ήταν έτοιμος να αγωνιστεί για τη λευτεριά της πατρίδας. Πολύ σύντομα, οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ. Κάποιο απόγευμα, κρατώντας μια σχετικά βαριά τσάντα έπεσε πάνω σε γερμανικό μπλόκο.
Ευτυχώς, ήταν και κάποιοι Ελληνες στην περίπολο που επενέβησαν σωτήρια: “Αφήστε το παιδί, είναι δικό μας. Την επόμενη στιγμή, ο Ζακ άνοιξε τις δρασκελιές να φθάσει μια ώρα αρχύτερα στην οργάνωση. Μέσα στην τσάντα του μετέφερε ο αθεόφοβος δέκα ολόκληρες φονικές… χειροβομβίδες».
ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΜΠΕΛΣΕΝ
«Τελείωνε ο Σεπτέμβρης κι ήταν μεσάνυχτα, όταν οι Γερμανοί μπλόκαραν το σπίτι του. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, διέταξαν να τα μαζέψουν οικογενειακώς και να τους ακολουθήσουν. Ξαφνικά, ένα πρωί η οικογένεια του Ζακ μαζί με άλλους δυστυχισμένους φορτώθηκε σε ένα τρένο γραμμή για τη Γερμανία. Σε όλη τη διαδρομή ο πατέρας προσπαθούσε να τους παρηγορήσει.
Τελικά, το τρένο σταμάτησε στο στρατόπεδο Μπέλσεν, στη Βόρεια Γερμανία. Οποιος ήξερε γι’ αυτό, θα πάγωνε από φόβο, καθώς φημιζόταν για την αγριότητά του.
Το μεγαλύτερο βάσανο των κρατουμένων ήταν η πείνα. Ιδιαίτερα για τα παιδιά, που ήταν στην ανάπτυξη.
Πέρασαν περίπου δυόμισι χρόνια σε αυτό το στρατόπεδο μέχρι να φθάσουν τα καλά νέα. Ηταν το σωτήριο έτος 1944».
ΑΓΑΠΟΥΛΑ, ΝΑ ΤΟ ΠΑΡΕΙΣ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ
«Την ερμηνεία του πρώτου τραγουδιού του “Αγαπούλα” ανέλαβε ένας μεγάλος τραγουδιστής με φωνή σπάνιας μελωδικότητας και ευαισθησίας. Το όνομά του, Φώτης Πολυμέρης, που στο άκουσμά του οι Αθηναίοι ακόμα και σήμερα νιώθουν ρίγη ευγένειας και νοσταλγίας.
Τον ίδιο χρόνο, δισκογράφησε και το δεύτερο τραγούδι του “Να το πάρεις το κορίτσι”. Στο στούντιο η έμπειρη Κούλα Νικολαΐδου απέδωσε το τραγούδι έξυπνα και παραστατικά. Οταν κυκλοφόρησε ο δίσκος, πέρασε αστραπιαία στα χείλη του κόσμου.
Μόλις άκουσε το τραγούδι ο Νίκος Γούναρης, μια μυθική φωνή του ελληνικού τραγουδιού, το ζήλεψε. Χωρίς να χάσει χρόνο, μπήκε κι αυτός στο στούντιο να δώσει με την καντσονετίστικη, παιχνιδιάρικη φωνή του μια άλλη διάσταση στο τραγούδι»...
ΠΑΡΙΣΙ ΣΤΟ ΣΑΛΟΝ ΓΚΡΕΚ
«Σε μια παράσταση στο Ακροπόλ, καθώς ο Ζακ καθόταν στα τελευταία καθίσματα, ένιωσε να τον πλησιάζει μια εντυπωσιακή κυρία. Πέρασαν μερικά λεπτά μεθυσμένα από το έντονο άρωμά της, όταν αισθάνθηκε τα χείλη της στο αυτί του.
- Γράφετε υπέροχη μουσική.
- Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια.
- Είμαι συνάδελφος χορεύτρια στη Γαλλία και λέγομαι Βέτα Κόστα.
Μετά την παράσταση, έφυγαν να δειπνήσουν μαζί σε κάποια γραφική ταβέρνα. Στο τέλος, βρέθηκαν αγκαλιασμένοι και καταϊδρωμένοι να υμνούν τον Θεό του έρωτα. Εναν ολόκληρο μήνα, όσο κράτησαν οι διακοπές της ζουμερής σαραντάρας, ο Ζακ είχε χάσει τα μυαλά του. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Ζακ, που ένιωθε να υποφέρει από την απουσία της, έτρεξε να βγάλει εισιτήριο με την Ολυμπιακή.
Η Βέτα, τρελή και παλαβή μαζί του, δεν έπαψε στιγμή να τον περιποιείται στοργικά. Ως άλλη Καλυψώ, τον έκλεισε στην αγκαλιά της. Με την πεποίθηση να τον κρατήσει για πάντα κοντά της, του νοίκιασε μέχρι και πιάνο.
Την κατάλληλη στιγμή, τον γνώρισε και στην ιδιοκτήτρια του “Σαλόν Γκρεκ”, όπου εργαζόταν και η ίδια.
Μετά από δίμηνη παραμονή στο Παρίσι, ο Ζακ έβγαλε εισιτήριο για την Αθήνα. Μάταια η Βέτα ως άλλη σειρήνα προσπαθούσε να τον μεταπείσει. Ο Ζακ ως άλλος Οδυσσέας είχε τοποθετήσει καλά το βουλοκέρι στ’ αυτιά του…
Στην εποχή μας, ο συνθέτης και ο στιχουργός τείνουν να εξαφανιστούν. Ο Ζακ αυτή την κατάσταση δεν την αποδέχεται με τίποτα. Κόντρα στα τηλεοπολιτιστικά τερτίπια, επιμένει να αντιστέκεται. Απρόσκοπτος ταξιδευτής, τόσες δεκαετίες έμαθε να αγωνίζεται σκληρά και να γεύεται τους χυμούς της δημιουργίας. Σαν τέλειος τζίτζικας, έμαθε μόνο να τραγουδάει. Μα να τραγουδάει ακούραστα μέχρι… τελικής πτώσης»...
*Το αφιέρωμα δημοσιεύτηκε με αφορμή την είδηση θανάτου του Ζακ Ιακωβίδη....
Επιμέλεια: Ειρήνη Νικολοπούλου
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr