Δημήτρης Δαλιάνης: Ο νέος γόης σεφ είναι από τη Χαλκίδα & ήταν πρωταθλητής στο kayak!

Όταν ήταν 14 ετών, ο Δημήτρης Δαλιάνης πήγε στον πατέρα του και του είπε ότι θέλει να πιάσει δουλειά σε ένα εστιατόριο, να βγάζει τα δικά του χρήματα και να αποκτήσει και εμπειρία. Ετσι, βρήκαν μαζί το εστιατόριο ενός γνωστού στη Χαλκίδα -γενέτειρα του Δημήτρη- και ξεκίνησε. «Από τα 12 είχα κατασταλάξει γύρω από το τι θέλω να κάνω στη ζωή μου», αποκαλύπτει. 

«Το μικρόβιο της μαγειρικής το κόλλησα από τις γιαγιάδες μου. Η μία είναι από τα Γιάννενα και η άλλη έχει καταγωγή από τη Σύρο. Οπότε μου αρέσει και η νησιώτικη και η ηπειρώτικη κουζίνα. Μάλιστα, όσο περνάει ο καιρός τόσο επιστρέφω στις ελληνικές παραδοσιακές γεύσεις που τις είχαμε παραμελήσει και κοντέψαμε να τις ξεχάσουμε με τα γκουρμέ και τις ξενόφερτες συνταγές που είχαν κατακλύσει τα εστιατόρια τα τελευταία χρόνια. Σκεφτόμουν “σιγά μην προσφέρω στον κόσμο αυτό το απλό πιάτο. Ας φτιάξω μια περίτεχνη τάρτα με γκουρμέ υλικά”. Το comfort food όμως επιστρέφει δυναμικά». Οσοι φυσικά νομίζουν ότι κάπου έχουν ξαναδεί τον ευειδή νέο που παρουσιάζει την εκπομπή «Eat and Fit» στον ΣΚΑΪ δεν έχουν άδικο, καθώς ο Δημήτρης Δαλιάνης είχε συμμετάσχει και στον δεύτερο κύκλο του «Master Chef». «Το βιογραφικό μου το είχε στείλει ο κολλητός μου», εξηγεί. «Οταν με πήραν τηλέφωνο για να πάω να με δουν καθόμασταν σε μια καφετέρια με τους φίλους μου και θυμάμαι γελούσαν γιατί, ενώ εγώ δεν είχα καταλάβει τι είχε συμβεί, αυτοί το ήξεραν. Πήγα στο δοκιμαστικό περισσότερο για πλάκα. Δεν περίμενα να περάσω στη δοκιμασία και να μπω στο σπίτι».


«Βλέπω τα λάθη μου και τα διορθώνω»
 

Μπήκε όμως και προφανώς έκανε μεγάλη εντύπωση σε κάποιους, αφού ήδη από το επόμενο καλοκαίρι άρχισαν να τον αναζητούν από τον ΣΚΑΪ για το συγκεκριμένο project, το οποίο παρουσιάζει τελικά την τρέχουσα σεζόν. «Οταν είχα αποχωρήσει από το “Master Chef” εξαφανίστηκα γιατί δεν ήθελα τη δημοσιότητα», εξομολογείται και συνεχίζει: «Αυτό αποτέλεσε και τον μοναδικό μου ενδοιασμό για το τελικό “ναι” στην εκπομπή. Δεν μου αρέσει η έντονη προβολή, αλλά, δυστυχώς, έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα με την κρίση είναι απαραίτητη αν θες να γίνεις γνωστός.Υπερίσχυσε όμως το ότι μου άρεσε πολύ το concept της εκπομπής με την ισορροπημένη διατροφή, που δεν είναι μια από τα ίδια αλλά κάτι διαφορετικό, το οποίο δεν υπήρχε στην Ελλάδα. 

Οταν με προσέγγισαν, εγώ είχα στο μυαλό μου μια εκπομπή του Τζέιμι Ολιβερ, κατά τη διάρκεια της οποίας επισκέπτεται σχολεία και ετοιμάζει υγιεινά γεύματα για τα παιδιά. Αυτό που πρότειναν ήταν πολύ κοντά σε αυτό που ήδη σκεφτόμουν. Ετσι, καταλήξαμε στο να δείχνω έξυπνους τρόπους μαγειρέματος και σωστούς συνδυασμούς τροφών με τη βοήθεια της διατροφολόγου για τον υπολογισμό των θερμίδων και του γυμναστή για κάποιες ενδεικτικές ασκήσεις που μπορεί να κάνει ο καθένας σπίτι του. Γυρίζουμε γύρω στα πέντε επεισόδια κάθε φορά. Δεν γνωρίζω από τηλεόραση, τώρα μαθαίνω. Είχα τρομερό άγχος και ειδικά στην αρχή φαινόταν κιόλας. Αφού με έβλεπαν οι φίλοι μου και μου έλεγαν “ρε συ, γιατί είσαι τόσο σοβαρός, χαμογέλα λίγο”. Τώρα πιστεύω ότι έχω χαλαρώσει αρκετά. 

Βλέπω τα λάθη μου και τα διορθώνω. Δική μου προσωπική επιθυμία είναι να ταυτιστώ -εφόσον είμαι και ο πρώτος που κάνω εκπομπή τέτοιου είδους- με την ισορροπημένη διατροφή. Με όλες αυτές τις τηλεοπτικές εκπομπές που υπάρχουν πλέον, η μαγειρική έχει γίνει μόδα κι έχουν δημιουργηθεί καινούριες σχολές. Πιστεύω, ωστόσο, ότι το επάγγελμα περνάει κρίση και τώρα που ξαναβλέπω την πορεία μου, μετά από χρόνια, καμιά φορά σκέφτομαι ότι έπρεπε να γίνω ζαχαροπλάστης και όχι μάγειρας. Ζαχαροπλάστες είναι πολύ λίγοι. Αν και είναι εξαιρετικά δύσκολος και πολύπλοκος τομέας, που απαιτεί γνώσεις και ακρίβεια στην εκτέλεση, δεν μου αρέσει τόσο πολύ όσο η μαγειρική. Δυστυχώς, όμως, η κρίση έχει χτυπήσει το επάγγελμα και τα λεφτά έχουν μειωθεί πολύ. Πρόλαβα βέβαια τους καλούς μισθούς - μέχρι και το 2011. Μετά ξεκίνησαν τα δύσκολα. Σου λέει ο άλλος, δουλεύεις με τόσα, αν σου αρέσει. Αν δεν σου αρέσει, περιμένουν άλλοι 50. Και το σκέφτεσαι και συ. Η τηλεόραση βοηθάει στο να σε μάθει ο κόσμος. Και ίσως ακολουθήσει και κάποια καλύτερη πρόταση από κάποιο εστιατόριο. Διότι την ένταση την οποία προσφέρει η κουζίνα ενός εστιατορίου δεν την αλλάζω με τίποτα», καταλήγει. 

Τα χρόνια του πρωταθλητισμού και οι σπουδές

Γεννημένος στη Χαλκίδα, ο Δημήτρης και η μικρότερη αδερφή του πέρασαν μεγάλο μέρος από τα παιδικά τους χρόνια στο σπίτι της γιαγιάς τους στο Παλαιό Ηράκλειο, καθώς ο πατέρας του δούλευε στη Χαλκίδα, έμενε εκεί και η υπόλοιπη οικογένεια πηγαινοερχόταν. Αργότερα, όταν τα παιδιά πήγαν στο σχολείο, μετακόμισαν μόνιμα στη Χαλκίδα, όπου ο Δημήτρης, ως μέλος του φημισμένου Ναυτικού Ομίλου της, έκανε πρωταθλητισμό στο καγιάκ μέχρι τα 19. «Πέρα από το επάγγελμά του, ο πατέρας μου ασχολείται σε ερασιτεχνικό επίπεδο πολύ με τα αθλητικά. Εχει γράψει σε πολλές εφημερίδες και ήταν και για ένα διάστημα στο ραδιόφωνο στη Χαλκίδα. Ετσι, μου μετέδωσε αυτή την αγάπη για τον αθλητισμό», περιγράφει ο Δημήτρης. «Το πρώτο μου μετάλλιο το πήρα το 1993 στην κολύμβηση. Ημουν περίπου τριών ετών όταν μπήκα πρώτη φορά σε πισίνα και μετά από τέσσερις μήνες είχαμε τους πρώτους αγώνες. Είχα βγει τρίτος. Μετά συνέχισα με κολύμβηση έναν χρόνο ακόμα, και στα πέντε γύρισα στο πόλο, με μικρή μπαλίτσα και απλές ασκήσεις. Στα δέκα άρχισα το κανονικό πόλο, αλλά δεν έμεινα στο άθλημα για πολύ γιατί με κέρδισε το καγιάκ. Οταν το πρωτοδοκίμασα μαγεύτηκα. Ξεκίνησα με τον Ναυτικό Ομιλο Χαλκίδας, ο οποίος έχει πολλά βραβεία και διακρίσεις. Συνέχισα μέχρι το 2009, όταν ήταν και οι τελευταίοι μου αγώνες. Κέρδισα κάποιες πρώτες θέσεις, πήρα κάποια μετάλλια, αλλά μετά αφοσιώθηκα στη μαγειρική. 

Ο πρωταθλητισμός και η μαγειρική απαιτούν εξίσου χρόνο και αφοσίωση, οπότε έπρεπε να επιλέξω. Η μαγειρική υπερίσχυσε. Ο αθλητισμός θέλει πολλές θυσίες. Αυτό που κάνω τώρα είναι να κολυμπάω όταν και όσο μπορώ. Μετά το λύκειο συνέχισα άμεσα με σπουδές πάνω στη μαγειρική, έφυγα για την πρακτική μου έναν χρόνο στην Κύπρο, όπου έμεινα για ένα διάστημα, γύρισα, πήρα το πτυχίο μου και συνέχισα -έξι μήνες στην Ελλάδα και έξι μήνες στην Αγγλία- με ένα μεταπτυχιακό πάνω στη διεθνή γαστρονομία. Εμαθα πράγματα για όλες τις κουζίνες και τις πρώτες ύλες τους. Ποιες προτιμούν και πώς τους αρέσει να τις χρησιμοποιούν. 

Ως μεταπτυχιακός φοιτητής πήγαινα σε μεγάλα εστιατόρια και έμπαινα στην κουζίνα για δυο-τρεις μέρες, κρατούσα σημειώσεις κι έβλεπα πώς μαγειρεύουν οι μεγάλοι σεφ. Αυτός που γνώρισα από κοντά ήταν ο Γκόρντον Ράμσι, όταν επισκέφθηκα ένα μικρό εστιατόριο στο οποίο είχε πάει εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα να μαγειρέψει. Τι να πεις γι’ αυτόν τον άνθρωπο; Τον θεωρώ στρατηγό της κουζίνας. Ηταν όλοι σούζα μπροστά του. Υπήρχε μεγάλη πίεση, αλλά αυτή είναι ίδια πάντα και παντού. Η δουλειά, από τη φύση της, έχει τρομερό άγχος, δεν υπάρχουν ούτε ωράρια, ούτε γιορτές, ούτε αργίες. Φέτος, είναι η πρώτη φορά μετά από εφτά χρόνια που θα περάσω το Πάσχα με την οικογένειά μου χωρίς να δουλεύω», δηλώνει με φανερή προσμονή και προσθέτει: «Το όνειρό μου, φυσικά, είναι ένα εστιατόριο, αλλά φοβάμαι ένα τέτοιο άνοιγμα τώρα. Τα έχω σχεδιάσει όλα και αυτό που έχω σκεφτεί είναι πολύ πρωτότυπο. Το έχω δει στο εξωτερικό και αυτό το είδος δεν είναι πολύ διαδεδομένο στην Ελλάδα. 

Για να μπορέσω να το υποστηρίξω πλήρως, πριν από κάνα χρόνο έκανα και κάποια σεμινάρια διοίκησης επιχειρήσεων. Πρέπει να ξέρεις πώς στήνεται ένα εστιατόριο και να γνωρίζεις και από κοστολόγιο, το οποίο κάναμε και στη σχολή μαγειρικής, καθώς είναι από τα πιο βασικά για έναν επαγγελματία της κουζίνας. Ο μάγειρας δεν είναι μόνο να ξέρει τι να βάλει στην κατσαρόλα. Είναι πολλά μαζί. Στα σχέδιά μου είναι να κάνω και μερικά σεμινάρια οινολογίας, αλλά χρειάζεται χρόνος πολύς και αυτή τη στιγμή, δυστυχώς, δεν τον διαθέτω».

Πηγή: Πρώτο Θέμα

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr