Επέτειος για την Γερμανία: 25 χρόνια μετά την ένωση της χώρας

Ηταν 3 Οκτωβρίου του 1990 όταν ο Χέλμουτ Κολ, ως καγκελάριος της Γερμανίας, έδινε την υπόσχεση στους Γερμανούς ότι «μέσα από κοινές προσπάθειες τα ανατολικά κρατίδια θα μετατραπούν πολύ σύντομα σε ζωντανά τοπία, όπου αξίζει να ζει και να εργάζεται κανείς». 

Σήμερα κλείνουν 25 χρόνια από τη μέρα που επισφράγισε την ενοποίηση των δύο Γερμανιών, και η δέσμευση του Κολ παραμένει απλό ευχολόγιο.
Παρότι μέσα σε αυτά τα χρόνια έχουν αλλάξει πολλά, το σκληρό «μνημόνιο» το οποίο επεβλήθη κυρίως στην Ανατολική Γερμανία, αλλά και οι θυσίες που έκαναν τα δυτικά κρατίδια δεν έχουν αποδώσει τους αναμενόμενους καρπούς και οι ανισότητες παραμένουν. Αν αναζητήσει κανείς τη διαφορά μεταξύ κρατιδίων σε θέματα απασχόλησης, μισθών και περιουσίας, θα διακρίνει αχνά αλλά απολύτως ευδιάκριτα τα παλιά σύνορα που χώριζαν τη χώρα στα δύο.
Τα τελευταία 25 χρόνια έχουν εισρεύσει στην Ανατολική Γερμανία περισσότερα από 2 τρισ. ευρώ, με τη μορφή επιδοτήσεων, επιδομάτων αλληλεγγύης, ενίσχυσης από τα πλουσιότερα κρατίδια προς τα φτωχότερα και κοινοτικών κονδυλίων.

Το πρόγραμμα «διάσωσης» ήταν πραγματικά οδυνηρό: κατ’ αρχάς το νόμισμα έγινε ενιαίο με ισοτιμία 1:1. Αυτό σήμαινε ότι την επόμενη ημέρα της ενοποίησης, οι πρώην Ανατολικογερμανοί είχαν μισθούς της τάξης των 1.000 μάρκων, τη στιγμή που οι Δυτικοί συνάδελφοί τους κέρδιζαν τουλάχιστον 3.500 μάρκα τον μήνα. Ακόμη και σήμερα, με εξαίρεση το Βερολίνο, ο μέσος μισθός στα ανατολικά κρατίδια υπολείπεται τουλάχιστον 1.000 ευρώ των δυτικών αμοιβών. Η διαφορά αυτή οδήγησε περίπου 2 εκατομμύρια ανθρώπους να μετακινηθούν προς τα παλιά κρατίδια όλα αυτά τα χρόνια, με αρνητικές συνέπειες για την οικονομία της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.
Στη συνέχεια, ενεργοποιήθηκε η γνωστή πλέον και σε εμάς Treuhand, που ανέλαβε την εξυγίανση και ιδιωτικοποίηση των κρατικών επιχειρήσεων. Αρχικά οι εκτιμήσεις ήταν υπερβολικά αισιόδοξες και η ενιαία ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσδοκούσε πολλά κέρδη. Γρήγορα έγινε εμφανές ότι οι τομείς που μπορούσαν να ιδιωτικοποιηθούν άμεσα και χωρίς κόστος ήταν ελάχιστοι, όπως τα ξενοδοχεία, οι εφημερίδες και το ηλεκτρικό ρεύμα.
Τα μεγαλύτερα κομμάτια της ανατολικογερμανικής οικονομίας, δηλαδή οι βιομηχανίες και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, δεν ήταν ανταγωνιστικά και έπρεπε να εξυγιανθούν προτού βρουν αγοραστές. Αυτό σήμαινε τεράστιες ενέσεις οικονομικής ενίσχυσης από την κεντρική διακυβέρνηση. Παρότι υπήρξαν πολλές επιτυχημένες περιπτώσεις εξυγίανσης, η ανεργία στα νέα κρατίδια άρχισε να αυξάνεται δραματικά, όπως επίσης και η μερική απασχόληση.


Ο φόρος αλληλεγγύης
Βλέποντας την κατάσταση, ο Κολ επέβαλε έναν σχεδόν χρόνο μετά την ενοποίηση τον λεγόμενο «φόρο αλληλεγγύης», για να ενισχυθούν οικονομικά τα κρατίδια. Ο φόρος αυτός αποτελεί εδώ και χρόνια σημείο τριβής ανάμεσα στην Ανατολική και τη Δυτική Γερμανία, καθώς έχει γίνει πλέον μόνιμος, παρότι η κυβέρνηση Μέρκελ έχει υποσχεθεί πολλές φορές ότι οδεύει προς την κατάργησή του.
Αρκετοί τοπικοί φορείς έχουν κατηγορήσει τον Β. Σόιμπλε ότι διατηρεί τον φόρο αλληλεγγύης για να πετύχει τον στόχο του μηδενικού δανεισμού, καθώς αποφέρει το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 15 δισ. ευρώ ετησίως. Σύμφωνα με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, πάντως, ο φόρος θα καταργηθεί σταδιακά μέχρι το 2020. Ακόμη νωρίτερα, το 2016, θα πρέπει να έχουν ισοσκελιστεί οι προϋπολογισμοί όλων των κρατιδίων, κάτι που απαίτησε αιματηρές θυσίες κυρίως στα ανατολικά.


Ούτε το «μνημόνιο», όμως, ούτε η τεράστια ροή χρημάτων κατάφεραν να γεφυρώσουν το οικονομικό χάσμα ανάμεσα στα παλιά και τα νέα κρατίδια. Σύμφωνα με μελέτη του Ινστιτούτου Ifo, θα χρειαστεί να περάσουν άλλα 25 χρόνια μέχρι η Ανατολική Γερμανία να φτάσει το οικονομικό επίπεδο της Δυτικής. «Οπου και να κοιτάξει κανείς, την εξέλιξη του πληθυσμού, την περιουσία, την οικονομική δυνατότητα, τις αγροτικές επιχειρήσεις, παντού υπάρχουν τα παλιά σύνορα», αναφέρει και η έρευνα του ινστιτούτου Για τον Πληθυσμό και την Εξέλιξη, που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «μέχρι τα δύο τμήματα της χώρας να ενωθούν πραγματικά, θα χρειαστεί τουλάχιστον μια γενιά».
Παραμένουν οι διαφορές στο Βερολίνο


Βερολίνο. Μια πόλη χωρισμένη στα δύο, που έπρεπε να επουλώσει τις πληγές της και να λειτουργήσει ως σύμβολο της ενότητας για ολόκληρη τη χώρα. 
Σήμερα τα ίχνη του Τείχους που διέτρεχαν το κέντρο είναι δυσδιάκριτα και τα εντοπίζει κανείς μόνο ως τουριστική ατραξιόν. Αν και η αρχιτεκτονική διαχωρίζει ακόμη τις ανατολικές από τις δυτικές συνοικίες, το Βερολίνο φαίνεται ότι 25 χρόνια μετά την επανένωσή του, έχει καταφέρει να βρει τον ρυθμό του.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η πρωτεύουσα, που φιλοξενεί και την καγκελαρία, τα υπουργεία και το κοινοβούλιο είναι η «Γη της Επαγγελίας» για τους Γερμανούς. Υπήρξε μεν το επίκεντρο της γερμανικής ενοποίησης, όμως η γερμανική μητρόπολη παραμένει «φτωχή αλλά σέξι», όπως την είχε αποκαλέσει ο προηγούμενος δήμαρχός της.
Ανοικοδόμηση
Αμέσως μετά την ενοποίηση ξεκίνησαν πυρετώδεις εργασίες ανοικοδόμησης, δρόμοι που έπρεπε να επανασυνδεθούν, πλατείες που έπρεπε να καλλωπιστούν και να γίνουν αντάξιες μιας πρωτεύουσας. Στο Βερολίνο επικρατεί ακόμη και σήμερα οργασμός οικοδομικών εργασιών, αλλά όλα προχωρούν με ρυθμούς χελώνας. Πολλά από τα έργα που είχαν εγκριθεί, κυρίως όσα αφορούν τη δημιουργία πλατειών και επαγγελματικών κέντρων, έμειναν μόνο στο επίπεδο του σχεδιασμού, λόγω έλλειψης κονδυλίων. Αυτό που έγινε πραγματικότητα είναι το σχέδιο των αρχιτεκτόνων, Αξελ Σούλτες και Σαρλότ Φρανκ, για το τετράγωνο που φιλοξενεί τα κυβερνητικά κτίρια. Στόχος ήταν τα κτίρια να τοποθετηθούν σε σειρά, πέρα από τα παλιά σύνορα που χώριζαν την πόλη, και να ενώνει τις ανατολικές με τις δυτικές συνοικίες. Ο στόχος αυτός επετεύχθη και το συγκεκριμένο σημείο είναι από τα πιο εντυπωσιακά της πόλης.


Η πτώση του τείχους
Νέα τείχη στην ΕΕ για το προσφυγικό «μαυρίζουν» την επέτειο
Η ημέρα που έπεσαν τα σύνορα ανάμεσα στις δύο Γερμανίες ήταν στην πραγματικότητα η 9η Νοεμβρίου του 1989, όταν άρχισε να γκρεμίζεται το Τείχος του Βερολίνου και χιλιάδες κόσμου μπορούσαν πλέον να μετακινηθούν ελεύθερα σε ολόκληρη τη χώρα. Η συγκεκριμένη ημερομηνία, ωστόσο, συμπίπτει με τη θλιβερή επέτειο της Νύχτας των Κρυστάλλων το 1938, του πρώτου οργανωμένου πογκρόμ εναντίον των Εβραίων από τους ναζί.
Οπότε, θεωρήθηκε πιο «πρέπον» να εορτάζεται ως επέτειος η 3η Οκτωβρίου, οπότε τέθηκε σε ισχύ η συμφωνία που υπέγραψαν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ως τότε υπουργός Εσωτερικών της Δυτικής Γερμανίας και ο Γκίντερ Κράουζε από πλευράς DDR. Μάλιστα πρόσφατα ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών βραβεύτηκε για τον ρόλο του στην ενοποίηση των δύο Γερμανιών.
Εντούτοις, η πτώση του Τείχους παραμένει το ισχυρότερο σύμβολο για το τέλος της διχοτόμησης μιας χώρας, της κατάργησης των συνόρων και της απαρχής ενός πιο αισιόδοξου μέλλοντος για ολόκληρη την Ευρώπη. Μια Ευρώπη που δυστυχώς, 25 χρόνια μετά, βλέπει νέα τείχη να ορθώνονται μεταξύ των χωρών της, με αφορμή τη μαζική εισροή προσφύγων από τις εμπόλεμες ζώνες.
 

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr