Η Τάνια Τσανακλίδου επιστρέφει στο σανίδι του Τέχνης μετά 40 χρόνια
Με την ομάδα bijoux de kant συνεργάζεται η γνωστή ερμηνεύτρια και πρωταγωνιστεί στο νέο έργο του Άκη Δήμου «Όσα η καρδιά μου στην καταιγίδα» που είναι εμπνευσμένο από την εμβληματική νουβέλα του Ιωάννη Κονδυλάκη «Πρώτη Αγάπη».
Η παράσταση που θα ανέβει στο Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν της Φρυνίχου, σηματοδοτεί την πρώτη συνεργασία της Τάνιας Τσανακλίδου με την bijoux de kant και την επιστροφή της στο Θέατρο Τέχνης ύστερα από 40 χρόνια. Μαζί της από 14 Ιανουαρίου 2016 η Λένα Δροσάκη, ο Γιάννης Παπαδόπουλος και ο Νικόλας Αγγελής.
Με όχημα την «Πρώτη Αγάπη» του Ιωάννη Κονδυλάκη και με στοίχημα την ποιητική διαχρονία της γλώσσας ως ακριβού και αναντικατάστατου αγωγού του αισθήματος, το «Όσα η καρδιά μου στην καταιγίδα» παρακολουθεί βήμα βήμα τη μεταμόρφωση ενός θαύματος σε εφιάλτη, το πάθος να τρέχει ξέφρενο μέχρι το χείλος της απόγνωσης και τον έρωτα να πέφτει σ’ έναν βαθύ γκρεμό για να βυθιστεί εκεί όπου κανένα πειρατικό δεν θα τον ψάξει.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Γιάννης Σκουρλέτης σημειώνειγια το έργο: «Ο Γιωργής βρέχεται από μια θάλασσα κι ανεβαίνει ένα βουνό για να στεγνώσει. Αυτή ήταν η εικόνα που καρφώθηκε στην καρδιά μου, διαβάζοντας την «Πρώτη αγάπη». Αυτήν την εικόνα ακολούθησε πιστά κι ο λόγος του Άκη Δήμου, που ανέλαβε να συνομιλήσει με τον Ιωάννη Κονδυλάκη, παραδίδοντας ένα νέο έργο, το «Όσα η καρδιά μου στην καταιγίδα». Η σκηνοθεσία ακολουθεί την υγρή γραμμή της επιθυμίας, το αδύναμο φωτάκι που μεταμορφώνεται μέρα με τη μέρα, λέξη τη λέξη σε μαύρο ήλιο. Σκηνοθετώ ακραία καιρικά φαινόμενα σ’ αυτή την παράσταση. Σκηνοθετώ απόκρημνα τοπία και επιθυμίες, ένα βήμα πρίν τον γκρεμό. Γνώριμοι τόποι για την bijoux de kant που συχνάζει σε βυθούς και γυμνά βράχια».
Ένα αγόρι μεγαλώνει σ’ ένα ορεινό χωριό της Κρήτης, καθώς ο 19ος αιώνας τελειώνει. Ψηλά στο βουνό, μα με το βλέμμα στραμμένο στη θάλασσα, αναμετριέται με την αποκάλυψη των επιθυμιών του. Διχάζεται, ταλαντεύεται, τρομάζει, αντιστέκεται και ενδίδει ακολουθώντας το εκκρεμές της καρδιάς και τις γραμμές του ιδρώτα στην παλάμη του. Ανατριχιάζοντας και τρέμοντας, μετρώντας μυστικά και φιλιά, τάζοντας όλα του τα χάδια στις ενοχές του για να σωπάσουν: έτσι πάει. Ο έξω κόσμος υποχωρεί σιγά σιγά, για να κερδίσει ο άλλος κόσμος, ο κόσμος των θεών και των διαταγών τους, του λαχανιάσματος και των αναφιλητών, των ονείρων και των ματαιώσεών τους, της αμαρτίας και της εξιλέωσης, των αισθημάτων και των αισθήσεων. Μια πάμφωτη Κόλαση χτίζεται με τα υλικά ενός χαμένου Παράδεισου – χώματα τα πιο πολλά, για μια στιγμή ανθισμένα, μετά άγονα. Ένας λαβύρινθος σαν κήπος κρεμαστός που αιωρείται πάνω από τ’ ανθρώπινα κι ένας Μινώταυρος που τα περιγελάει. Όπως και να την πεις, η ιστορία του Γιωργή σε περιγράφει.
Μια παραλλαγή σε μια εμβληματική νουβέλα της ελληνικής λογοτεχνίας και, ταυτόχρονα, μια συμφωνία για τέσσερα πρόσωπα ενορχηστρωμένη από το φάντασμα της αδύνατης Αγάπης. Ίσως γιατί «όποιος δεν γεμίζει τον κόσμο του με φαντάσματα, μένει μονάχος». Και γιατί οι λυγμοί είναι η καλύτερη μουσική για τους άδοξους έρωτες.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr