Vintage Story: Όταν 1976 & το 1977 έγιναν 2 αεροπειρατείες στην Κύπρο: 15 νεκροί, 15 εκ. λύτρα, θρίλερ με Λυσσαρίδη - Κυπριανού
Η ιστορία έχει καταγράψει άλλες δυο περιπτώσεις όπου το αεροδρόμιο της Λάρνακας βρέθηκε στο επίκεντρο αεροπειρατών, και μάλιστα αμφότερες συνέβησαν σε διάστημα έξι μηνών μεταξύ τους, στα τέλη του 1977 και τις αρχές του 1978.
Το «Γερμανικό Φθινόπωρο» καταφτάνει στην Λάρνακα
Τη δεκαετία του 1970 οι αστυνομικές αρχές της Γερμανίας έχουν μια και μόνη σκοτούρα: την τρομοκρατική δράση της RAF, γνωστής κι ως ομάδα Mπάαντερ-Mάινχοφ.
Ωστόσο τα ηγετικά μέλη της φράξιας, Aντρέας Mπάαντερ, Oύλρικε Mάινχοφ, Γκούντρουν Eνσλιν, Γιαν-Kαρλ Pάσπε και Iρμγκαρντ Mέλερ συλλαμβάνονται το 1972 και κρατούνται σε συνθήκες απομόνωσης στη φυλακή Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης.
Όταν η Mάινχοφ αυτοκτονεί μέσα στο κελί της στις 9 Mαΐου 1976, αρχίζει να δραστηριοποιείται η δεύτερη γενιά της RAF, η οποία βρισκόταν εκτός φυλακής.
Στις 28 Aπριλίου 1977, μετά από 192 ημέρες δίκης, τα ηγετικά μέλη της φράξιας καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη για σωρεία φόνων, απόπειρες ανθρωποκτονιών και σύσταση τρομοκρατικής οργάνωσης.
Τα υπόλοιπα μέλη της RAF αποφάσισαν τότε να κλιμακώσουν τις εχθροπραξίες εναντίον του κράτους, ενώ βρίσκονταν και σε συνεννόηση με μέλη του Λαϊκού Mετώπου για την Aπελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP), τα οποία αποφάσισαν να συμπαρασταθούν έμπρακτα στον σκοπό της οργάνωσης, που δεν ήταν άλλος από την αποφυλάκιση των στελεχών της RAF.
Κάπως έτσι, ξεκίνησε η ιστορία της αεροπειρατείας της πτήσης LH181 της Lufthansa, στις 13 Oκτωβρίου 1977, όταν τέσσερα μέλη του PFLP κατέλαβαν το Boeing 737-230C (γνωστό με την ονομασία Landshut) που εκτελούσε την πτήση Mαγιόρκα-Φρανκφούρτη, μεταφέροντας 86 επιβάτες και πενταμελές πλήρωμα.
Ο κυβερνήτης του αεροσκάφους, Γιούργκεν Σούμαν, ανακοίνωσε μέσω ασυρμάτου ότι το αεροσκάφος είχε καταληφθεί από αεροπειρατές, ενώ στον ασύρματο ακούστηκε και ο ίδιος ο επικεφαλής των τεσσάρων αεροπειρατών, ο 23χρονος Zοχάιρ Γιουσέφ Aκάτσε που συστήθηκε ως «Λοχαγός Μάρτυρας Mαχμούντ».
Ο Ακάτσε ζήτησε την άμεση απελευθέρωση των 11 φυλακισμένων μελών της Mπάαντερ-Mάινχοφ, 15 εκατομμύρια δολάρια ως λύτρα για το αεροσκάφος και τους επιβαίνοντες, καθώς και την απελευθέρωση δύο Παλαιστινίων, οι οποίοι κρατούνταν στην Tουρκία. Στη συνέχεια, διέταξε τον Σούμαν να προσγειώσει το αεροσπλάνο στο αεροδρόμιο Φιουμιτσίνο της Pώμης, προκειμένου να ανεφοδιαστεί με κάυσιμα.
Mετά την ολοκλήρωση του ανεφοδιασμού, το αεροσκάφος απογειώθηκε και προσγειώθηκε γύρω στις 8.30 το βράδυ στο αεροδρόμιο της Λάρνακας στην Kύπρο.
Πάνω στον αεροδιάδρομο του αεροδρομίου της Λάρνακας, ο Aκάτσε απείλησε να ανατινάξει το αεροσκάφος με εκρηκτικά σε περίπτωση που οι τοπικές αρχές αρνούνταν να ανεφοδιάσουν το Boeing.
Τελικά, το αεροπλάνο αναχώρησε από την Λάρνακα μετά από περίπου τρεις ώρες και αφότου περιπλανήθηκε για περίπου τρεις ημέρες στον εναέριο χώρο πολλών κρατών της περιοχής (του Λίβανου, του Ιράκ, της Συρίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων), κατέληξε το πρωί της 17ης Oκτωβρίου στο αεροδρόμιο του Μογκαντίσου στη Σομαλία, όπου παίχτηκε η τελευταία πράξη του δράματος.
Mόλις σταμάτησε η τροχοδρόμηση του Landshut, άνοιξε η μία πόρτα και οι αεροπειρατές πέταξαν έξω το πτώμα του Σούμαν, ο οποίος είχε πυροβοληθεί στο κεφάλι μπροστά στους έντρομους επιβάτες.
Μετά από αυτό το γεγονός, ο καγκελάριος Xέλμουτ Σμιτ αποφάσισε να διεξάγει αιφνιδιαστική έφοδο στο αεροσκάφος με στόχο την απελευθέρωση των ομήρων.
Η επιχείρηση, ονόματι Feuerzauber (Μαγική Φωτιά) έγινε το βράδυ της 17ης Oκτωβρίου με τη συνεργασία Γερμανών κομάντο και της σομαλικης κυβέρνησης κι είχε αίσιο τέλος.
Οι τέσσερις τρομοκράτες έπεσαν νεκροί από τις σφαίρες των κομάντο και οι 86 επιβάτες επιβιβάστηκαν την επόμενη ημέρα σε άλλο αεροσκάφος και προσγειώθηκαν σώοι κι αβλαβείς στο αεροδρόμιο της Κολωνίας.
Η αεροπειρατεία που παραλίγο να «ανατινάξει» τις σχέσεις Κύπρου-Αιγύπτου
Όταν στις 18 Φεβρουαρίου 1978 ο επικεφαλής της ΕΔΕΚ, Βάσος Λυσσαρίδης, ξεκινούσε από το σπίτι του με προορισμό το Χίλτον της Λευκωσίας, δεν φανταζόταν καν πως μερικές ώρες θα βρισκόταν στο επίκεντρο επικίνδυνων αεροπειρατών.
Στο Χίλτον φιλοξενούταν εκείνη την ημέρα η σύνοδος του Κινήματος Αφροασιατικής Αλληλεγγύης, αντιπρόεδρος του οποίου ήταν ο Λυσσαρίδης.
Λίγο μετά τις 11 το πρωί, μπήκαν στην αίθουσα της συνόδου δύο ένοπλοι Άραβες, ο 28χρονος Ιορδανός Σαρί Μοχάμ Κατάρ και ο 26χρονος Κουβεϊτιανός Ζαγιέτ Άλι και δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον αιγύπτιο γενικό γραμματέα του Κινήματος, Γιουσέφ ελ Σεμπάι, διευθυντή της εφημερίδας «Αλ Αχράμ» του Καΐρου και προσωπικό φίλο του πρόεδρου Ανουάρ Σαντάτ.
Κατόπιν, οι δύο άντρες συνέλαβαν αρκετούς από τους συνέδρους -ανάμεσά τους και τον Λυσσαρίδη- τους έθεσαν σε καθεστώς ομηρία και απαίτησαν από την κυπριακή κυβέρνηση να τους εξασφαλίσει αεροπλάνο προκειμένου να διαφύγουν στο εξωτερικό.
Όταν ο υπουργός Εσωτερικών και Άμυνας Χριστόδουλος Βενιαμίν ανέλαβε καθήκοντα διαπραγματευτή ανάμεσα στις δυο πλευρές, κατέληξε να κρατείται και αυτός ως όμηρος!
Ο τότε πρόεδρος της Κύπρου, Σπύρος Κυπριανού, ενέδωσε στις απαιτήσεις τους και λίγο αργότερα οι δύο τρομοκράτες μαζί με τους συνολικά 14 ομήρους τους (δηλαδή 12 Άραβες, τον Βενιαμίν και τον Λυσσαρίδη), μπήκαν σε ένα λεωφορείο και έφτασαν στο αεροδρόμιο της Λάρνακας.
Εκεί επιβιβάστηκαν σε αεροπλάνο των Κυπριακών Αερογραμμών και στις 8 το βράδυ αναχώρησαν προς άγνωστη κατεύθυνση, έχοντας ωστόσο ως συνεπιβάτες μόνο τους 12 άραβες ομήρους, καθώς νωρίτερα είχαν απελευθερώσει τον Βενιαμίν και τον Λυσσαρίδη.
Το αεροπλάνο κατευθύνθηκε πρώτα στη Λιβύη, πέταξε πάνω από την Κρήτη και τη Σαουδική Αραβία και προσγειώθηκε για ανεφοδιασμό στο αεροδρόμιο του Τζιμπουτί.
Ωστόσο, λόγω της άρνησης όλων των κρατών της περιοχής να δεχτούν τους τρομοκράτες, το αεροπλάνο επέστρεψε και προσγειώθηκε στη Λάρνακα το απόγευμα της επόμενης μέρας, μετά από σχεδόν 24 ώρες στον αέρα.
Αμέσως ξεκίνησε ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων, μεταξύ του πύργου ελέγχου -όπου βρισκόταν ο ίδιος ο πρόεδρος Κυπριανού- και των τρομοκρατών.
Οι διαπραγματεύσεις βρίσκονταν σε προχωρημένο στάδιο, όταν στο αεροδρόμιο έκανε την εμφάνισή του ένα μεταγωγικό C-130 Hercules της Πολεμικής Αεροπορίας της Αιγύπτου που προσγειώθηκε 800 μέτρα μακριά από το αεροσκάφος των Κυπριακών Αερογραμμών.
Οι κυπριακές αρχές είναι πεπεισμένες πως το αεροπλάνο μεταφέρει κάποιον Αιγύπτιο αξιωματούχο που θα συνδράμει στις διαπραγματεύσεις, ωστόσο με έκπληξη τους διαπιστώνουν πως το αεροπλάνο μεταφέρει ένα λόχο επίλεκτων κομάντος, με προφανή σκοπό τη διενέργεια επιχείρησης για την απελευθέρωση των ομήρων. Αμέσως το διατάζουν να απογειωθεί και να επιστρέψει στη βάση του.
Οι κομάντος όμως αρνούνται να υπακούσουν και ξεκινούν την επιχείρηση κατάληψης του αεροπλάνου των Κυπριακών Αερογραμμών.
Η Κυπριακή Εθνοφρουρά με επικεφαλής τον διοικητή του 395 τάγματος πεζικού Ανδρέα Ιωσηφίδη, αντιδρά και για την επόμενη ώρα το αεροδρόμιο της Λάρνακας μετατρέπεται σε πεδίο μάχης, με τους μεν αιγύπτιους κομάντο να κάνουν έφοδο στο αεροπλάνο των Κυπριακών Αερογραμμών και την Εθνοφρουρά να επιτίθεται εναντίον του αιγυπτιακού μεταγωγικού.
Ο απολογισμός είναι τραγικός, καθώς χάνουν τη ζωή τους 15 αιγύπτιοι καταδρομείς και ένας υπάλληλος του αεροδρομίου, ενώ τραυματίζονται 16 αιγύπτιοι κομάντος και επτά μέλη της Εθνοφρουράς.
Μετά τη μάχη αρχίζει μια ακόμη μεγαλύτερη, αυτή τη φορά σε διπλωματικό επίπεδο.
H Αίγυπτος ισχυρίστηκε ότι η επιχείρηση των κομάντος αποφασίστηκε με τη σύμφωνο γνώμη της κυπριακής κυβέρνησης, ωστόσο η κυβέρνηση της Λευκωσίας το διέψευσε κατηγορηματικά.
Ο Ανουάρ Σαντάτ αποφασίζει τότε τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων της Αιγύπτου με την Κύπρο, ενώ φτάνει στο σημείο να αποκαλέσει «νάνο» τον πρόεδρο Κυπριανού και να τον απειλήσει ότι «θα πληρώσει για την προδοτική του απόφαση, που κατέληξε στο θάνατο μερικών από τα παιδιά μου».
Η διεθνής κοινότητα δεν στάθηκε αμέτοχη κι επέκρινε τη στάση του Σαντάτ να επέμβει σε μια ξένη χώρα χωρίς την άδειά της.
Τελικά, οι διπλωματικές σχέσεις Κύπρου και Αιγύπτου αποκαταστάθηκαν έξι χρόνια μετά, το 1984, επί προεδρίας Μουμπάρακ.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr