Top Women οι Κατερίνα Χρυσανθοπούλου & Έλενα Ζαμπέλη: Δημιουργοί μιας πλατείας - Νέο αρχιτεκτονικό διαμάντι στο Κάστρο της Μονεμβασιάς

Η πλατεία της Χρυσαφίτισσας στο Κάστρο Μονεμβασιάς τους τελευταίους μήνες είναι αγνώριστη. Δεν είναι πια η χωμάτινη αλάνα, με τις λάσπες, τα αγριόχορτα, τα μπάζα και τους ατάκτως ερριμένους λίθους, στην απρόσκοπτη ανοιχτωσιά προς τη θάλασσα.

 Eίναι μια λιθοστρωμένη γεωμετρικά επιφάνεια, ένας φιλικός χώρος με γραμμικά γλυπτά από χαλύβδινες ράβδους και με σπαρμένες κανονόμπαλες, που θαρρείς πως έχουν ξεμείνει από κάποιο κανονιοβολισμό του παρελθόντος.

 

Ενώ το τοπίο έχει αλλάξει άρδην από πέρσι (ο κόσμος που προσέγγιζε την πλατεία αντικρίζοντας τις λάσπες αποχωρούσε ατάκτως), μοιάζει σαν να ήταν έτσι, όπως το αντικρίζεις, από πάντα, κομμάτι αδιάσπαστο και συνέχεια του Κάστρου.

 

Σύμφωνα με το popaganda.gr, πίσω από το έργο ανάπλασης της πλατείας (συνέργεια του δήμου και του υπουργείου Πολιτισμού, με κονδύλια από τα ΕΣΠΑ), που έδωσε ανάσα στον οικισμό, βρίσκονται δυο ονόματα: οι αρχιτεκτόνισσες Ελενα Ζαμπέλη και Κατερίνα Χρυσανθοπούλου( MoY Studio,www.moystudio.gr).

 

Η αλάνα λιθοστρώθηκε με πελεκητό καλντερίμι χωρίς αρμολόγηση, εξηγούν, ώστε να πρασινίζει κάποιες εποχές του χρόνου και να δίνει μια πιο φυσική εικόνα. Τα λούκια οριοθετήθηκαν με πωρόλιθο, τουβλάκι και βοτσαλωτό, πρώτες ύλες από την περιοχή, για το κοίλο τμήμα της επιφάνειάς τους.

H πλατεία γεωμετρήθηκε σε έξι ισότιμα πεδία και τα λούκια χαράχθηκαν σε μορφή τεθλασμένης γραμμής, σύμφωνα κάθε φορά, με τα σημεία καλύτερης κλίσης από τη βόρεια πλατεία προς τα τείχη. Τα λούκια έκαναν τις αναγκαίες στροφές για να αποφύγουν τα πολλά διάσπαρτα φρεάτια και πηγάδια. Η μελέτη δεν περιορίστηκε στο αμιγώς αρχιτεκτονικό σκέλος. Υπάρχουν και πρωτότυπες εικαστικές παρεμβάσεις.

 

«Είναι καταπληκτικό το πώς χρησιμοποιείται η πλατεία από τον κόσμο απ’ τη στιγμή που εγκαινιάστηκε και ας ήταν χειμώνας (Δεκέμβρης)», παρατηρεί η Ελενα Ζαμπέλη. «Ο κόσμος αισθάνεται μια απελευθέρωση, μια ανάταση, μένει πια στην πλατεία, στέκεται στις κανονόμπαλες, φωτογραφίζεται, ισορροπεί, κάνει φιγούρες μπαλέτου, κάθεται επάνω τους.

 

Υπάρχει μια χαρά. Η τοπική κοινωνία δέχτηκε πολύ θετικά την αλλαγή. Αποδείχτηκε ότι δεν ήθελε μια πιο νεοκλασική λύση.»

 

Το έργο εντάσσεται σε έναν ιστορικό οικισμό, με πολύ συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, και έπρεπε το σχέδιό του να εγκριθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, που συνήθως  διυλίζει τον κώνωπα. Η πλατεία μπορεί να μην είχε προϊστορία. Διανοίχθηκε το 19ο αιώνα από ένα πολεοδόμο του Όθωνα, για να γίνει νεοκλασσική, σαν του Ναυπλίου, αλλά, παρόλο που γκρεμίστηκαν κατοικίες, δεν ολοκληρώθηκε το σχέδιο, δεν κατασκευάστηκε ποτέ, παρέμεινε το απόλυτο κενό.

Αυτό το κενό όμως έθετε από μόνο του κανόνες και προτεραιότητες στο σχεδιασμό: «Σε ένα μεσαιωνικό οικισμό κλειστό, ξαφνικά υπάρχει ένα άνοιγμα μεγάλο μπροστά στη θάλασσα, κάτι από μόνο του πολύ δυνατό. Δεν έπρεπε να ανταγωνιστούμε  την έντονη εμπειρία της θάλασσας» υπογραμμίζει η Έλενα Ζαμπέλη. Ο σεβασμός στα χαρακτηριστικά του κάστρου φαίνεται και από τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν: «Χρησιμοποιώντας παραδοσιακά υλικά θέλαμε να φέρουμε κάποιες σύγχρονες γεωμετρίες. Η σύγχρονη χάραξη ήταν το αποτέλεσμα μιας οργανικής ανάγκης της πλατείας και όχι  αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων».

 

Παρ’ όλα αυτά παραδέχεται πως ήταν αρκετά τολμηρή λύση η εικαστική παρέμβαση. Στα εγκαίνια έπρεπε να εξηγήσει τι συμβολίζουν τα γλυπτά. Στην αρχή αρκετοί που ακούσανε  την ιδέα, αντέδρασαν. Ο δήμος που ήθελε να μην απουσιάζει το «κομμάτι Ρίτσος» από το μεγάλο έργο αποδείχτηκε πιο δεκτικός. Ετσι προέκυψαν και οι τέσσερις πλάκες, που τοποθετήθηκαν στις εισόδους της πλατείας, και έχουν σκαλισμένους επιλεγμένους στίχους του ποιητή Γιάννη Ρίτσου από τη συλλογή «Μονεμβασιά».

 

Τα γλυπτά, που από μικρή απόσταση μοιάζουν με μίσχους, είναι γραφιστικά στοιχεία εμπνευσμένα απ’ τη βυζαντινή καλλιγραφία: «Φλερτάρουν με την ιδέα της βλάστησης και των κλαριών και αποτυπώνουν τον πολύ σημαντικό ρόλο που έχουν τα γράμματα στο βυζαντινό πολιτισμό».

 

Είναι το πρώτο έργο που πραγματοποιούν και η Ζαμπέλη και η Χρυσανθοπούλου στο δημόσιο χώρο. Η  επιτυχία του ήταν το «διαβατήριο» για ακόμη δυο αναθέσεις στη Μονεμβάσια – η μία σε γειτνιάζοντα οικισμό. «Σαφώς και είναι πολύ πιο δύσκολο το έργο στο δημόσιο χώρο απ’ ότι στον ιδιωτικό. Εκπονείς τη μελέτη σου, την παίρνει μετά ο δήμος και η υπηρεσία που θα την κατασκευάσει, και δεν σε ρωτάει τίποτα».

 

Η Ζαμπέλη, που δώρισε την αμοιβή της στο δήμο, μπόρεσε να είναι πάνω από το έργο, που ξεκίνησε να κατασκευάζεται το Σεπτέμβριο του 2014, τον περισσότερο καιρό. Συνεργάστηκε στενά με τους αρχιτέκτονες από την  υπηρεσία Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων, που ήταν υπεύθυνοι για την επίβλεψη. Αυτό για ένα δημόσιο έργο είναι εξαίρεση. Έχει συμβεί το τελικό έργο να μην το αναγνωρίζει ο αρχιτέκτονας που το σχεδίασε.

Ούτως ή άλλως, οι πλατείες στην ελληνική επικράτεια είναι μια πολύ προβληματική θεματική, τονίζουν οι δυο συνομιλήτριές μου. «Δεν είναι δυνατό το πρώτο πράγμα για το οποίο συνεννοείται κανείς φτιάχνοντας μια δημόσια πλατεία να είναι το πώς θα μοιραστούν τα τραπεζοκαθίσματα ή πως θα γίνει γκαράζ κάτω από την επιφάνεια! Η βούληση δεν είναι στραμμένη προς το δημόσιο χώρο αλλά προς την εκμετάλλευση και την εμπορικότητά του.

 

Πώς το έργο θα χρηματοδοτηθεί, θα αυτοχρηματοδοτηθεί και πώς  θα αποφέρει χρήματα στο δήμο», υποστηρίζει η Κατερίνα Χρυσανθοπούλου, παραπέμποντάς μας σε πολύ μικρότερες πόλεις από την Αθήνα, όπου, κόντρα στον κανόνα, μπορέσαν να υλοποιηθούν θαυμάσια έργα δημόσιου συμφέροντος, όπως οι ποδηματόδρομοι στην Καρδίτσα ή η πλατεία στην Δράμα.

 

Η Έλενα Ζαμπέλη χαρακτηρίζει «σπάνιο παράδειγμα» την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου  στη Θεσσαλονίκη, «από τους ελάχιστους δημόσιους χώρους που ήταν πολύ καλά σχεδιασμένοι και εκτελεσμένοι’». «Χαμένη ευκαιρία» αποκαλεί την ανάπλαση στο Πεδίον του Αρεως: «Είναι δυνατόν ένας τέτοιος χώρος, που έχει αναπλαστεί, να βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση; Ένα κομμάτι συνδέεται με την πολιτική βούληση και τη συντήρηση. Από την άλλη, όμως, έχεις το κομμάτι  της δημόσιας διεκδίκησης από τους περίοικους. Πόσο διεκδικούν ένα χώρο ως καθαρά βιώσιμο για την πόλη».

 

Για την Κατερίνα Χρυσανθοπούλου «ο δημόσιος χώρος είναι εκεί για να τον ζήσεις και να σε εκπαιδεύσει. Δεν μπορούμε με το πρόσχημα ότι είμαστε ανεύθυνοι ή μπάχαλοι, να χάνουμε το δημόσιο χώρο. Είναι κρίμα! Εμείς πρέπει να τον υπερασπιστούμε ώστε  να μας εκπαιδεύσει και να μας προχωρήσει μπροστά».

 

Φέρνει ως χαρακτηριστικά παραδείγματα το λόφο του Φιλοπάππου, όπου ζωντάνεψε από τις συλλογικότητες που ρίξανε τα κάγκελα, και το παρκάκι στη Ναυαρίνου. «Ο δημόσιος χώρος δεν είναι μια σταθερά, είναι μια συνεχής διεκδίκηση και διαπραγμάτευση. Στην Ελλαδα πάσχει  γιατί δεν έχουμε την αίσθηση του κοινού ή του κοινόχρηστου. Ό,τι βρίσκεται έξω από την δική μας ιδιοκτησία,  δεν μας αφορά».

 

Στο πλαίσιο ενός project,  οι δυο συνεργάτιδες είχαν χαρτογραφήσει όλους τους ανενεργούς δημόσιους χώρους στο κέντρο της Αθήνας. «Είναι πάρα πολλοί. Δεν τους ξέρουμε, δεν τους βλέπουμε», λέει η Ελενα Ζαμπέλη. Στόχος της εργασίας τους ήταν η υλοποίηση ενός δικτύου μικρών πλατειών, οι οποίες θα συνδέονταν είτε με τον τρόπο χρήσης του  πρασίνου, είτε με τον τρόπο τοποθέτησης των καθισμάτων (παγκάκια), είτε με κάποιο χρώμα που θα ακολουθούσε σαν νήμα τη διαδρομή. «Θα προέκυπτε ένα δίκτυο που θα διέτρεχε το κέντρο. Υπάρχουν ήδη έτοιμα τα ανοίγματα».

 

Άξονες που, βάσει του σχεδιασμού τους θα συνδέονταν, μέσα από μικροπλατείες και  πεζοδρόμους απαξιωμένους, ήταν το Πεδίον του Αρεως, η πλατεία Βικτωρίας και η Ομόνοια. «Αν όλη αυτή τη διαδρομή τη συνδέσεις με μια κοινή πλακόστρωση, μια σήμανση, θα έχεις αυτομάτως ένα περίπατο πολύ σπουδαίο και πολύ χορταστικό για το κέντρο της Αθήνας», υποστηρίζει η Ζαμπέλη. 

Το «κλειδί» για να αποκτήσει η πόλη «ανάσες» είναι η διασύνδεση της ανάγκης των κατοίκων με το χώρο, συνεχίζει η Χρυσανθοπούλου: «Γι’ αυτό το λόγο πέτυχε το πάρκο στη Ναυαρίνου, γιατί συνδέθηκε μια ανθρώπινη ανάγκη με μια χωρική ύπαρξη». Σε αντίθεση με την πεζοδρόμηση της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ένα έργο τεράστιας πνοής που έγινε κομμάτι της ζωής της πόλης, χωρίς να την παρεμποδίζει, θεωρεί παράλογο το σχέδιο πεζοδρόμησης της Πανεπιστημίου: «Αντί να πεζοδρομήσεις έναν τόσο υγιή δρόμο, φτιάξε  ένα πάρκο!»

 

Ωραίες ιδέες οι διασυνδέσεις πλατειών, η διάνοιξη διαδρομών, αλλά χωρίς προϋπολογισμό τι μπορεί από αυτές να γίνει πραγματικά πράξη; «Αν είσαι ο δήμος, ας πούμε ο δήμος Αθηναίων, ο Καμίνης, καλείς πέντε ανθρώπους, creative thinkers, αρχιτέκτονες, τους πάντες, να σου φέρουν πέντε προτάσεις, με το ερώτημα: τι μπορείτε να κάνετε με μηδέν budget; Μηδέν! Υπάρχει ένα πράγμα που μπορεί να γίνει;».

 

Η Ζαμπέλη μάς παραπέμπει στην ολική μεταμόρφωση του καναλιού του  Saint Denis, στο βόρειο Παρίσι, από το οποίο αλίευαν καθημερινά πτώματα, σε ένα από τα πιο ζωντανά σημεία συνάντησης της πόλης με μηδενικό budget, χάρη στις έξυπνες παρεμβάσεις ενός αρχιτέκτονα τοπίου με τον οποίο έχει συνεργαστεί στο παρελθόν. «Χρειάστηκε μόνο αλλαγή στο φωτισμό και  διάνοιξη προσβάσεων, ώστε να δημιουργηθεί η αίσθηση της ασφάλειας και της μη εξαίρεσης».

 

Και οι δυο έχουν σπουδάσει και έχουν εργαστεί στο εξωτερικό. Η Ελλάδα των capital control και του προσφυγικού δεν τις εξωθεί να την εγκαταλείψουν πάλι;«Για μένα είναι φοβερό  το δίλημμα», λέει η Χρυσανθοπούλου. «Μην το δείτε καθόλου πατριωτικά! Υπάρχει ανάγκη να μείνουν άνθρωποι εδώ για ναγυρίζειι ο τροχός. Αρνούμαι να πιστέψω ότι είμαστε μια χώρα πλειοψηφίας λαμογιών!».

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr