Ένα ξεκαρδιστικό κείμενο για την Αυτοκράτειρα Θεοφανώ την πρώτη Ελληνίδα μετανάστρια
Ας το ξεκινήσουμε:
Καθένας από εμάς που προσπαθεί να παίξει Μάρθα Βούρτση επειδή βρήκε δουλειά σε κάποια ευρωπαϊκή μεγαλούπολη έχει απέναντι του μια τεράστια παράδοση προσφυγιάς και θλίψης, δημοτικά τραγούδια που εξηγούν πως τα ξένα είναι βαρύτερα από την πίκρα, την αγάπη και την ορφανιά και τον Ελληνισμό της διασποράς που είναι μεγαλύτερος και από αυτόν της εγχώριας παραγωγής. Δεν υπάρχει οικογένεια στην Ελλάδα που να μην έχει κάποια εμπειρία ή μνήμη από μετανάστευση και με δεδομένη τη σκληρή στάση που δείχνει ο μέσος Έλληνας στο δύσμοιρο μετανάστη που έρχεται από τα Βαλκάνια ή την Ανατολή για να γλιτώσει τα παιδιά του από τον πόλεμο, συχνά έχοντας και αυτός πτυχίο αλλά όντας πρόθυμος να καθαρίσει τις τουαλέτες σου ή να ξεσκατίσει τον παππού σου, τότε οι συναισθηματισμοί και τα δάκρυα για τα λαμπρά μυαλά που φεύγουν είναι ψεύτικοι και ύπουλοι.
Και εν πάσει περιπτώσει, αν κάποιος δικαιούται να το παίξει ιστορία για τη μετανάστευση, αυτός θα ήταν κατά την άποψη μου μια βυζαντινή πριγκήπισσα του 10ου μΧ αιώνα, ονόματι Θεοφανώ.
Αν η Θεοφανώ ήταν η μέση χιπστερογκόμενα πο παλιά σύχναζε στα Εξάρχεια ή το Γκάζι αλλά πλέον δηλώνει στο Facebook ως τόπο κατοικίας το Kreuzberg του Βερολίνου ή το Camden Town στο Λονδίνο, θα σου έλεγε : "Εγώ ξεκίνησα το ελληνικό Brain Drain μία χιλιετία πριν γίνει γνωστό".
Η Θεοφανώ ήταν μια βυζαντινή Πριγκήπισσα αρμενικής καταγωγής, ανιψιά του Ιωάννη Τσιμισκή, αυτοκράτορα του θρόνου της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, τότε γνωστή και ως Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Εκεινη την εποχή βρισκόταν στο αποκορύφωμα της η ένταση μεταξύ Ανατολικής Εκκλησίας (γνωστή και ως Ελληνορθόδοξη) και της Δυτικής (γνωστή και ως Ρωμαιοκαθολική). Σύμφωνα με την θρησκευτική παράδοση, από τη στιγμή που η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δέχτηκε το Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία, το έθνος των Ρωμαίων έγινε το επιούσιο του θεού και το κράτος της Ρώμης έγινε η επίγεια αντιπροσώπευση της βασιλείας του θεού. Ο αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν υπόλογος στο θεό για τις ζωές των υπηκόων του και ο Πάπας της Ρώμης για τις ψυχές τους. Το σύστημα αυτό λειτούργησε καλά με το ζόρι για δύο αιώνες.
Το δυτικό κομμάτι κατατροπώθηκε από ορδές βαρβάρων και διαμελίστηκε με το μόνο κρίκο που συνέδεε τα κομμάτια του να είναι η αυθεντία του Πάπα. Στην Ανατολή αυτό δε συνέβη ποτέ, το μοντέλο του Καισαροπαπισμού συνεχίστηκε με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, και επί της ουσίας ο Αυτοκράτορας ήταν αυτός που όριζε τον Πατριάρχη. Έτσι, ενώ στη Δύση ο Πάπας θεωρούσε ότι αυτός πλέον είναι που εκπροσωπεί το θεό στη γη, ο Πατριάρχης της Κων/Πολης τόνιζε ότι η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία πρακτικά δεν καταλύθηκε ποτέ, απλώς άλλαξε πρωτεύουσα, και συνεπώς αυτός οφείλει να εκπροσωπεί το θεό πάνω στη γη. Αυτή η έριδα τράβηξε πολλά χρόνια και η στάση των δύο θρησκευτικών ηγετών θύμιζε περισσότερο καυγαδάκια της Πάρις Χίλτον με την κολλητή της παρά ανθρώπους που είχαν οποιαδήποτε σχέση με το Θεό. Κάποια στιγμή που ο Πάπας αντιμετώπιζει προβλήματα με κάτι βαρβαρικές ορδές στην Ιταλία, συνειδητοποιεί πως η Ρωμαική Αυτοκρατορία, λίγο επειδή έχει τα δικά της προβλήματα, λίγο επειδή ο Πατριάρχης θέλει την καταστροφή του, δεν πρόκειται να τον βοηθήσει.
Τότε ζητά τη βοήθεια του Όθωνα Α', ενός γερμανόφωνου βασιλιά που προσπαθεί να πείσει ότι είναι διάδοχος του Καρλομάγνου. Σε αντάλλαγμα για τη βοήθεια του τον χρίζει βασιλιά των Ρωμαίων, κάτι που σήμαινε πως οι αγράμματοι θρησκόληπτοι βυθισμένοι στο μεσαιωνικό σκότος υπήκοοι του θα τον αποδέχονταν οριστικά ως το βασιλιά τους, γιατί αλλιώς θα καίγονταν στην κόλαση ως αμαρτωλοί. Οι βυζαντινοί δεν ενθουσιάστηκαν με αυτή την εξέλιξη, όπως είναι φυσικό, και έτσι προέκυψε ένα τεράστιο διπλωματικό επεισόδιο με θρησκευτικές προεκτάσεις, καθώς οι πιστοί σε ανατολή και δύση δεν ήξεραν εν τέλει ποιος είναι ο εκπρόσωπος του θεού πάνω στη γη.
Κάπου εκεί, στη μέση αυτού του πανικού, βρέθηκε η πριγκήπισσα Θεοφανώ. Οι Βυζαντινοί γνωστοί για τις διπλωματικές τους τακτικές (=πουστιές) θέλησαν να ηρεμήσουν το ποιμνίο και γι' αυτό πρότειναν στον Όθωνα Α' να κάνουν ένα συνοικέσιο : ο γιος του, Όθωνας Β' θα έπαιρνε μια βυζαντινή πριγκήπισσα για γυναικα. Αυτό ήταν ένα win-win situation, καθώς και οι δυο θα διασφάλιζαν την ιερότητα του θρόνου τους και θα απέφευγαν το να μπουν σε μακροχρόνιες θρησκευτικού τύπου φιλονικίες για χάρη του Πάπα ή του Πατριάρχη. Και επειδή καμία από τις κόρες και εγγονές του Τσιμισκή δεν ήθελε να παντρευτεί Γερμανό (λογικά τις ενοχλούσαν αισθητικά οι παντόφλες με το σανδάλι), ο Τσιμισκής έκανε μια επιπλέον πουστιά παίζοντας με τη λέξη neptis, που από ότι καταλαβαίνω στα λατινικά σήμαινε και εγγονή και ανηψιά.
Αντί λοιπόν για κάποια εγγονή του, έστειλε στην Ιταλία την ανηψιά του Θεοφανώ. Η στιγμή που ο Όθωνας Α' συνειδητοποιεί την ατιμία που του έπαιξε ο Τσιμισκής σηματοδοτεί την έναρξη μιας μακράς παράδοσης δυσπιστίας των Γερμανών έναντι των Ρωμιών και μετέπειτα των Ελλήνων σχετικά με το αν εκτελούν τα συμφωνηθέντα ή αν εφαρμόζουν greek statistics. Σαν άλλος Schäuble o Όθωνας θέλει να επιστρέψει τη Θεοφανώ στην Κων/πολη, γεγονός που στην ιστοριογραφία της εποχής περιγράφεται με τον όρο Theofanexit ή Theofanaccident. Παρόλα αυτά, ο γιος του, Όθων Β', έχοντας μπουχτίσει από τις γερμανίδες που απαιτούσαν συνεχώς Sport και Freizeitsaktivitäten και εκτιμώντας στη Θεοφανώ την όμορφια της, τη μόρφωση της, τα μεσογειακά της τσαλιμάκια και τα σουτζουκάκια της συναινεί στο γάμο.
Η Θεοφανώ, ως γνήσια Ρωμιά, αρεσκόταν στα λούσα και τη γκλαμουριά. Έτσι ο γάμος γίνεται στη Ρώμη από τον Πάπα τον ίδιο και η ίδια έχει υφάκι "ξέρεις ποια είμαι εγώ" σε όποιον τολμάει να της αντιμιλήσει. Η πεθερά της τη σιχαίνεται γιατί σε αντίθεση με τα γερμανικά ήθη, είναι φλύαρη και ξερόλα, αντιμιλάει συχνά, ασχολείται συνεχώς με το να παραγγέλνει ακριβά βυζαντινά κοσμήματα και ρούχα από το Άμαζον της εποχής, απαιτεί να κάνει μπάνιο καθημερινά και χρησιμοποιεί πηρούνι για να φάει αντί για τα χέρια της, όπως ήταν τότε το συνήθειο στη Δύση. Απαιτεί επίσης να συνυπογράφει σε κάθε αυτοκρατορικό έγγραφο του Όθωνα. Οι γερμανοί αυλικοί μονολογούσαν "das geht gar nicht" στους διαδρόμους των παλατιών αλλά ο Όθωνας είναι ερωτευμένος και δε νοιάζεται πολύ, επιβεβαίωνοντας μια αρχαία γνώση που συνδέει το αιδοίο με τη ναυτιλία. Από τον παθιασμένο τους έρωτα προκύπτουν 5 παιδιά, με τον νεώτερο, Όθωνα τον Γ' να είναι ο μοναδικός γιος και προβλεπόμενος διάδοχος του χρόνου.
Ανεβαίνοντας προς Γερμανία για να αναλάβουν καθήκοντα, περνούν από το Göttingen, την πόλη με τη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη του μεσαιωνικού κόσμου. Εκεί η Θεοφανώ βρίσκει αρχαιοελληνικά κείμενα και νιώθει για πρώτη φορά νοσταλγία για το σπίτι της. Συνεχίζουν προς το βορρά και αρχίζει να ξενερώνει με το κρύο και τα ατέλειωτα δάση χωρίς να παρεμβάλλεται πολιτισμός στη μέση. Αρχίζει να μουρμουρίζει στον Όθωνα ότι της αρέσει πιο πολύ στην Ιταλία. Στη Γερμανία όμως, της εξηγεί αυτός, έχουν να αντιμετωπίσουν πολλούς εχθρούς σε όλα τα μέτωπα της αυτοκρατορίας, που τότε εκτεινόταν από τη σημερινή Γερμανία ως την Ιταλία.
Η Θεοφανώ αποφασίζει να θυσιάσει το μαύρισμα προς χάριν του status της. Οι δυο τους φαίνεται να αποτελούν καλό δίδυμο, και η εξουσία τους εδραιώνεται σταδιακά. Η μοίρα τα φέρνει όμως έτσι, που ο Όθωνας πεθαίνει από κάποια βαριά αρρώστια, πιθανότατα ελονοσία το 982 μΧ. Ο φυσικός διάδοχος του θρόνου, ο Όθων ο Γ΄είναι μόλις τριών χρονών. Στο Βυζάντιο η δυναστεία έχει αλλάξει, ο Τσιμισκής έχει πεθάνει και στο θρόνο έχει ανέβει ο Βασίλειος ο Β΄, που μετέπειτα τον είπαν και Βουλγαροκτόνο, με τον οποίο όμως δε συνδέεται με δεσμούς αίματος και άρα δε θα έχει καμία προνομιακή μεταχείριση. Έτσι, ή θα πρέπει να παλέψει να διατηρηθεί στο θρόνο της Αγίας Ρωμαίκής Αυτοκρατορίας της Γερμανίας μέχρι να ενηλικιωθεί ο γιος της ή να κλειστεί σε ένα βυζαντινό μοναστήρι και να μη ξαναδεί τα παιδιά της.
Η Θεοφανώ, εμπνευσμένη από βυζαντινές αυτοκράτειρες όπως η Θεοδώρα ή η Ειρήνη η Αθηναία, αποφασίζει να παλέψει. Στην αρχή ψάχνει για συμμαχίες. Στρέφεται στη μισητή πεθερά της και της εξηγεί πως τώρα που οι επίδοξοι διεκδικητες του θρόνου πληθαίνουν, είναι προς το συμφέρον και των δυο να ενωθούν, για να μην πάνε χαμένοι οι κόποι των Όθωνα Α' και Β' και καταφέρνει να την πείσει. Χρίζει τον τρίχρονο γιο της αυτοκράτορα και τον εαυτό της επίτροπο του θρόνου. Στρέφεται προς την Ιταλία που οι κτήσεις των γερμανών απειλούνται από πολλούς επιδρομείς, μεταξύ άλλων και των βυζαντινών, τους οποίους καταφέρνει και να κατατροπώσει, με τους αντίστοιχους Πάνους Καμμένους της εποχής να την αποκαλούν "δοσίλογη νεοφιλελεύθερη". Στο μεταξύ όμως μαθαίνει πως ένας ξάδερφος του άντρα της ονόματι Heinrich aus Bayern, απαγάγει το γιο της και τον μεταφέρει στο Rohr της Θουριγγίας, όπου έχω πάει και σας πληροφορώ είναι απίστευτα μίζερα και βαρετά. Δηλώνει πως αυτός οφείλει να γίνει επίτροπος του θρόνου, μέχρι να ενηλικιωθεί ο Όθων ο τρίτος, καθότι είναι ο μόνος εναπομείναντας ανδρας με δεσμούς αίματος με τον Όθωνα, και όχι μια ξένη όπως η Θεοφανώ. Η Θεοφανώ συμμαχεί με τους σωστούς ανθρώπους και εξαναγκάζει τον Heinrich να παραδόσει πίσω το παιδί και να παραιτηθεί των αξιώσεων του. Από εκείνο το σημείο γίνεται αναμφισβήτητη αυτοκράτειρα και υπογράφει ως "Αυτοκράτωρ Θεοφάνιος", κάτι που επίσης είχαν κάνει οι βυζαντινές της ηρωίδες. Στη συνέχεια η Θεοφανώ καταφέρνει διαδοχικές νίκες σε βορειοανατολικά, δυτικά και νότια σύνορα, σιγουρεύοντας και επεκτείνοντας τις κτήσεις του άντρα της και εξασφαλίζοντας στο γιο της το αδιαμφισβήτητο δικαίωμα για το θρόνο.
Η Θεοφανώ πεθαίνει μέσα λίγα χρόνια, το 991 μΧ. Η πεθερά της η Αδελαϊδα ανέλαβε στη συνέχεια τη διαχείριση του θρόνου μέχρι να ενηλικιωθεί ο Όθων ο Γ'. Σύμφωνα βέβαια με κάποιες μαρτυρίες, η πεθερά της με το θάνατο της δήλωσε "χαίρομαι που επιτέλους πέθανε αυτή η ελληνίδα". Άλλοι ιστορικοί της εποχής έγραψαν : "παρότι άνηκε στο αδύναμο φύλο, υπερασπίστηκε σαν άντρας τη βασιλική εξουσία του γιου της, όντας φιλική σε όσους ήταν ειλικρινείς μαζί της και δείχνοντας τρομακτική επιβλητικότητα σε όσους επαναστατούσαν εναντίον της".
Κάπως έτσι, η Θεοφανώ κατάφερε να γίνει μια από τις πιο σημαντικές γυναικείες φιγούρες της μεσαιωνικής Γερμανίας και της Ευρώπης, συμβάλλοντας στην απαρχή της δημιουργίας του γερμανικού έθνους και δημιουργώντας τον πρώτο ίσως ιστορικό κρίκο μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Σήμερα βρίσκεται θαμμένη στην Κολωνία, στο ναό του Αγ. Παντελεήμονα.
ΥΓ - Προς όσους μου πουν πως η Θεοφανώ ήταν Αρμένια και όχι Ελληνίδα, θα τους απαντήσω πως ήταν Ρωμιά αρμενικής καταγωγής. Το ελληνικό έθνος με την έννοια που το ξέρουμε σήμερα δεν υπήρχε ακόμη.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr