Τι σημαίνει "τα κάνω λίμπα"- Δεν αφήνω τίποτα όρθιο ή λερώνω;
Εσείς το ξέρατε αυτό;
Η λίμπα είναι δεξαμενή ή λάκκος στον οποίο καταλήγει υγρό (π.χ. λάδι σε ελαιοτριβείο).
Πρόκειται για μεταφορά στην ελληνική της ιταλικής λέξης limba (=λεκάνη, κοιλότητα εδάφους), που ετυμολογείται από το μεταγενέστερο λατινικό ουσιαστικό lembus (σπάν. limbus = μικρό, γρήγορο ιστιοφόρο), το οποίο αποτελεί μεταγραφή στη λατινική της ελληνικής λέμβου (= μικρό και ελαφρύ σκάφος).
Η γνωστή νεοελληνική φράση «τα κάνω λίμπα» από την αρχική σημασία «γεμίζω με λάδια» (πβ. διαλεκτ. λιμπί = πέτρινο δοχείο ελαιοτριβείου, όπου καταλήγει το λάδι) κατέληξε να σημαίνει «λερώνω, προκαλώ αναστάτωση», σύμφωνα με το Τιτανίς.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr