Vintage Story: Όταν ο Εμίλιο Πούτσι από ξεπεσμένος αριστοκράτης έγινε ο τρανός σχεδιαστής μόδας
Ψυχεδελικός. Χαλκέντερος. Δυναμικός. Φεμινιστής.
Ο βασιλιάς του χρώματος, ο άνθρωπος που ζωγράφισε με τα πιο ζωντανά χρώματα τη δεκαετία του 1960 και έχτισε μια αυτοκρατορία από τα αποκαϊδια της αριστοκρατικής του καταγωγής.
Γεννήθηκε στις 20 Νοεμβρίου του 1914 στη Νάπολη. Γόνος αριστοκρατικής φλωρεντινής οικογενείας, έλαβε την καλύτερη δυνατή μόρφωση, σε Ιταλία και ΗΠΑ, ώστε να μπορέσει να ακολουθήσει επιτυχώς διπλωματική καριέρα, αναφέρει το skai.gr.
Τη δεκαετία του 1940, εποχή του Μουσολίνι και του φασισμού, ο Εμίλιο κατετάγη στην ιταλική πολεμική αεροπορία. Σε όσους αργότερα τον κατηγόρησαν γι αυτό, δήλωνε ευθαρσώς πως το έπραξε γιατί "ήταν ιταλός". Για τον ίδιο λόγο, μάλλον, τον καιρό του πολέμου προτιμούσε τον έρωτα. Όχι με όποιαν, όποιαν αλλά με τη θυγατέρα του Ντούτσε, την Έντα, η οποία τυγχάνει μεγαλύτερή του και έγγαμος μετά του, διαβόητου, κόμητος Τσιάνο. Θα μπορούσε κανείς να πει πως ο κόμης, την περίοδο του αλβανικού μετώπου, αποτελούσε την επιτομή της εκφράσεως "και κερατάς και δαρμένος" αν δεν ήταν και ο ίδιος ιδιαίτερα δραστήριος ερωτικά. Τόσο, που η σύζυγός του τον φώναζε "κόκορα", Γκάλο.
Η μεγάλη παρένθεση του Φασισμού
O Τσιάνο υπήρξε φιλόδοξος φασίστας. Νομικός και διπλωμάτης, από πλούσια οικογένεια που είχε αναδείξει ηρωικές μορφές της ιταλικής ιστορίας, νυμφεύθηκε την ζωηρή και ανυπόταχτη Έντα το 1930. Από τότε στεκόταν δίπλα στον πεθερό του, ανεβαίνοντας με ταχύτητα τα σκαλιά της ιεραρχίας. Υπουργός Τύπου και Προπαγάνδας - ομόλογος του Γκαίμπελς-, μέλος του Μεγάλου Φασιστικου Συμβουλίου, Υπουργός Εξωτερικών και με το χρίσμα του διαδόχου δεδομένο στα 33 του χρόνια, υπήρξε παντοδύναμος και πολλές φορές συναποφάσιζε με το Ντούτσε. Η είσοδος της Ιταλίας στον πόλεμο και ειδικά η επίθεση κατά της Ελλάδας, ήταν και δικό του παιδί.
Οι ήττες δε βοήθησαν το γενικό κλίμα. Ο Τσιάνο στράφηκε κατά του πεθερού του το 1943, ζητώντας -μαζί με άλλους φασίστες του Συμβουλίου- την ανατροπή Μουσολίνι, την οποία επέτυχαν με την παρέμβαση του βασιλιά Βίκτορα Εμμανουήλ Β'. Ο Ντούτσε συνελήφθη και ο φασισμός στην Ιταλία θα κατέρρεε άμεσα, αν δεν επενέβαινε ο Χίτλερ υπέρ του φίλου και συμμάχου του.
Η παρέμβαση των γερμανικών στρατευμάτων οδήγησε στην απελευθέρωση του Μουσολίνι και τη φυλάκιση του Τσιάνο. Ο κόμης συνελήφθη και, με απόφαση του ίδιου του Ντούτσε, δικάστηκε για εσχάτη προδοσία και καταδικάστηκε σε θάνατο. Τον σκότωσαν πυροβολώντας τον πισώπλατα.
Η Έντα ήταν ενάντια στην απόφαση του πατέρα της και είχε προσπαθήσει να βοηθήσει τον σύζυγό της, παρ' ότι ο συζυγικός τους βίος δεν υπήρξε ανθόσπαρτος. Η αντίθεσή της αυτή δεν μπορούσε παρά να ερμηνευτεί πολιτικά, στο πλαίσιο της εποχής. Ειδικά καθώς, είχε ζητήσει τη βοήθεια του "Φίρερ της", ο οποίος της είχε ιδιαίτερη αδυναμία. Ο Χίτλερ θεωρούσε, όμως, ότι η μη εκτέλεση του Τσιάνο θα έπληττε το κύρος του Φασισμού. Οι παρακλήσεις της "νέας γυναίκας" Έντας δεν εισακούστηκαν.
Την ημέρα της εκτέλεσης του Τσιάνο, η Έντα δήλωσε στον πατέρα της ότι αποκηρύσσει το όνομα Μουσολίνι και τον ίδιο. "Δεν είσαι πια ο πατέρας μου. Προτιμώ να είμαι σύζυγος ενός θύματος του Φασισμού παρά η κόρη του Ντούτσε". Εις απάντησιν, ο Μουσολίνι επικήρυξε την ίδια του τη θυγατέρα.
Από τα αεροπλάνα στις πασαρέλες
Η Έντα στράφηκε για βοήθεια στον εραστή της. O Εμίλιο την έντυσε χωριατοπούλα. Έκρυψε κάτω από βαριά, χωριάτικα ρούχα την αθλητική της κορμοστασιά αλλά και τα ημερολόγια του Τσιάνο, ένα από τα πιο πολύτιμα ντοκουμέντα της ιστορίας του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι πέρασε η Ένρα στην Ελβετία, βρήκε καταφύγιο καντόνι του Βαλαί, στο Μονθί.
Λένε πως, τη μέρα που έμαθε το θάνατο του πατέρα της, η Έντα εμφανίστηκε στην πλατεία του Μονθί όλο χαμόγελα, με κατακόκκινο φουστάνι. Δεν ήταν του Εμίλιο. Η σχεδιαστική του καριέρα άρχισε λίγο πιο αργά. Στο μεταξύ, ο ρόλος του στην απόδρασή της είχε γίνει γνωστός, και ο Πούτσι συνελήφθη και βασανίστηκε από τους ναζί.
Με το τέλος του πολέμου, η οικογενειακή περιουσία είχε εξανεμιστεί και, για να μπορέσει να ζήσει, ο Εμίλιο αποφάσισε να παραμείνει στην αεροπορία. Χόμπι του το σκι. Από μικρός το αγαπούσε. Μάλιστα, το 1934 είχε μπει στην ολυμπιακή ομάδα της χώρας του. Το μόνο που δε συμπαθούσε ήταν τα εμπορικά ρούχα του σκι. Είχε σχεδιάσει μόνος του τη στολή του, διότι τίποτε από όσα υπήρχαν στα μαγαζιά δεν του άρεσε.
Ο Τόνι Φρίσελ, φωτογράφος του Χάρπερ'ς Μπαζαρ τον πέτυχε στο χιονοδρομικό κέντρο Ζερμάτ, το 1947, και εντυπωσιάστηκε από τα ρούχα του. Τον φωτογράφησε και πήγε τις φωτογραφίες στη θρυλική κυρία του περιοδικού, Ντιάνα Βριλάντ. Για χάρη της και λόγω των παραινέσεών της, ο Εμίλιο Πούτσι ανοίγει ένα μικρό οίκο στο Κάπρι.
Παρουσιάζει στο κοινό την πρώτη του σπορ συλλογή το 1950. Τα παντελόνια Κάπρι είναι η πρώτη μεγάλη προσφορά του στη μόδα. Ήδη όμως από τότε, οι τολμηροί του χρωματικοί συνδυασμοί και τα μεταξωτά ζέρσεϊ ξεχωρίζουν. Πολύ γρήγορα γίνονται σήματα κατατεθέντα του οίκου του, ο οποίος μεγαλώνει συνεχώς και εν τέλει μετακομίζει στο παλιό αρχοντικό της οικογένειας Πούτσι, που αποκτά ξανά ζωή.
Η επιτυχία είναι τεράστια. Πολύ γρήγορα επεκτείνεται και σε άλλους τομείς - ντιζάιν χρηστικών αντικειμένων, σημάτων, το περίφημο σερβίτσιο που σχεδίασε για την Βιλερόι, ποτήρια, κοκαλάκια, το θρυλικό κωνικό καπέλο με τα έντονα σχέδια και τις χρωματικές αντιθέσεις, το Βιβαρα, ένα άρωμα ταυτισμένο με την εικόνα της Κατρίν Ντενέβ, συλλογές από μαγιό, εσώρουχα, αξεσουάρ...
Παρ' ότι η αυτοκρατορία του διαρκώς επεκτείνεται, ο Εμίλιο βρίσκει πάντα χρόνο για τα κοινά. Επί δεκαετίες εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος στην αγαπημένη του Φλωρεντία. Αρχές της δεκαετίας του 1960, αποφασίζει να κατεβεί στις εθνικές εκλογές. Εκλέγεται και υπηρετεί στο ιταλικό κοινοβούλιο για σχεδόν μια δεκαετία, από το 1963 ως το 1972.
Η άνοδος του οίκου Πούτσι στην κορυφή ήταν γρήγορη, αλλά το ίδιο γρήγορη ήταν και η πτώση του. Από τα μέσα της δεκαετίας του εβδομήντα και μετά τα χρώματα, οι εντάσεις, οι γραμμές του, στις οποίες επιμένει ο Εμίλιο, θεωρούνται πράγματα γραφικά. Η εταιρία παίρνει την κατιούσα και οι μπουτίκ του κλείνουν η μία μετά την άλλη.
Όταν ο Εμίλιο έφυγε από τη ζωή, το 1992, άφησε στην θυγατέρα του, Λαουντόμια Πούτσι ένα κατεστραμμένο οίκο μόδας. Η νοσταλγία και μία μεγάλη εξαγορά -από το 2000 ο οίκος ανήκει στον κολοσσό της Λουί Βιτόν, Μοέ, Ενεσί (LVMH) - έφεραν και πάλι στην πρωτοπορία τον οίκο ενός από τους μεγάλους ιταλούς καλλιτέχνες του 20ου αιώνα.
Φωτό: Google.com / http://stayinspiredblog.blogspot.gr
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr