Αυτοκράτορες του Βυζαντίου Ζωή και Θεοδώρα: Οι δύο αδελφές, από τις ελάχιστες γυναίκες που κυβέρνησαν μόνες την αυτοκρατορία

Η ιστορία τους... 

Η Ζωή η Πορφυρογέννητη (περ. 978 – 11 Ιουνίου 1050) κυβέρνησε ως Αυτοκράτειρα των Ρωμαίων μαζί με την αδελφή της Θεοδώρα από το 1042 μέχρι το 1050 και ως Αυτοκρατορική σύζυγος από το 1028 έως το 1042. Την έχουν χαρακτηρίσει ως την Αυτοκράτειρα με την μεγαλύτερη επιρροή τον 11ο αι., η οποία καθόρισε για τέσσερις συνεχόμενες φορές τον Αυτοκράτορα των Ρωμαίων.

Η Ζωή ήταν η δεύτερη κόρη του Κωνσταντίνου Η΄ Αυτοκράτορα των Ρωμαίων και της Ελένης τού Αλυπίου και πήρε τον τίτλο "Πορφυρογέννητη", διότι είχε γεννηθεί στο πορφυρό δωμάτιο, όπου γεννιόταν μόνο τα παιδιά των Αυτοκρατόρων. Ο πατέρας της ήταν συναυτοκράτορας μαζί με τον αδελφό του τον Βασίλειο Β΄ τον Βουλγαροκτόνο, αλλά επειδή ήταν πολύ μικρός (ήταν μόλις δεκαέξι ετών, όταν ανέλαβε τον θρόνο) και γενικά δεν είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πολιτική, ουσιαστικά την εξουσία την είχε υπό τον έλεγχό του ο Βασίλειος Β΄

Αμέσως μετά την άνοδό του στον θρόνο και παρά τις υποσχέσεις του να σεβαστεί και να προστατέψει την θετή του μητέρα, ο Μιχαήλ Ε΄ απομάκρυνε άμεσα τη Ζωή από το παλάτι και την εξανάγκασε να κλειστεί σε μοναστήρι και να γίνει καλόγρια. Με αυτόν τον τρόπο και το τελευταίο μέλος της βασιλικής οικογένειας απομακρύνθηκε από το παλάτι και όλη την εξουσία την κατείχε πλέον η οικογένεια του Ιωάννη.

Όμως ο υπερβολικά φιλόδοξος αυτός ευνούχος έκανε το λάθος να αγνοήσει εκείνο, που γνώριζαν πολύ καλά όλοι οι μονάρχες της Ευρώπης, όπως οι Όθωνες και πολλοί άλλοι. Ότι η εξουσία στην Ευρώπη και το Βυζάντιο εκπήγαζε από το κληρονομικό δικαίωμα και στην προκειμένη περίπτωση αυτό το διέθετε μόνο η Ζωή και η Θεοδώρα και κανείς άλλος.

Η απομάκρυνσή της Ζωής από την εξουσία προκάλεσε την λαϊκή κατακραυγή και ο κόσμος ξεσηκώθηκε και ζητούσε την άμεση απομάκρυνση του Αυτοκράτορα. Ο Μιχαήλ Ε΄ προσπάθησε να κατευνάσει την οργή του λαού, επαναφέροντας τη Ζωή στο παλάτι και ζητώντας να κυβερνήσει τουλάχιστον ως συναυτοκράτορας στο πλευρό της, αλλά ο κόσμος είχε απηυδήσει πια με τον Ιωάννη και την οικογένειά του και στις 19 Απριλίου 1042 τοποθέτησε στον θρόνο τις δύο γυναίκες.

Στην περίπτωση της Θεοδώρας μάλιστα αυτή η τοποθέτηση έγινε κυριολεκτικά με το ζόρι, διότι εκείνη αρνιόταν να αφήσει το μοναστήρι, όπου έμενε τα τελευταία χρόνια και την ημέρα του αυτοκρατορικού χρίσματος την πήγαν σηκωτή στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας για το χρίσμα παρά τις αντιρρήσεις και της Ζωής, που δεν θεωρούσε καθόλου ευχάριστη την προοπτική να συμβασιλεύσει με την αδερφή της. Αμέσως μετά το πλήθος όρμησε στο παλάτι και εκδίωξε τον Μιχαήλ Ε΄, ο οποίος, φοβούμενος ακόμα και για τη ζωή του, βρήκε καταφύγιο σε ένα μοναστήρι.

Τυπικά η Ζωή, όντας η μεγαλύτερη από τις δύο αδελφές, θεωρείτο πρώτη Αυτοκράτειρα και είχε μεγαλύτερη εξουσία από την αδελφή της. Ο θρόνος της μάλιστα ήταν τοποθετημένος γι' αυτόν τον λόγο ελαφρά πιο μπροστά από τον θρόνο της Θεοδώρας. Όμως η Θεοδώρα ήταν και εκείνη πολύ ισχυρή και, εφόσον εξαναγκάστηκε να αναλάβει την εξουσία, ήταν αποφασισμένη να μην αφήσει την αδελφή της, με την οποία διαφωνούσε σχεδόν απόλυτα, να κάνει ό,τι ήθελε αναφέρει το wikipedia.

Η Ζωή απεβίωσε στις 11 Ιουνίου 1050 σε ηλικία 72 ετών και ετάφη στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Την έχουν αποκαλέσει ως τη Ρωμαία Αυτοκράτειρα με την μεγαλύτερη επιρροή κατά τον 11ο αι., η οποία καθόρισε για τέσσερις συνεχόμενες φορές τον Αυτοκράτορα των Ρωμαίων, γεγονός που οφείλεται τόσο στην εξουσία, που της έδινε η βασιλική της καταγωγή, όσο και στην αδυναμία του πατέρα της και του θείου της να παντρέψουν την ίδια και την αδελφή της με έναν κατάλληλο σύζυγο στην σωστή ηλικία, που ήταν γύρω στα δεκαπέντε.

Θεοδώρα

Η συνδιακυβέρνησή τους από νωρίς αποδείχθηκε ταραγμένη και γεμάτη συγκρούσεις και ανταγωνισμούς· η Σύγκλητος άρχισε να διχάζεται, καθώς τα μέλη της άρχισαν να δείχνουν την προτίμησή τους στη μία ή την άλλη Αυτοκράτειρα. Ένα από τα πρώτα πράγματα στα οποία διαφώνησαν η Ζωή και η Θεοδώρα ήταν η τύχη του Μιχαήλ Ε΄. Ενώ η Ζωή ζητούσε να του δοθεί αμνηστία και να αφεθεί ελεύθερος, η Θεοδώρα του επέβαλλε την δική της τιμωρία, που ήταν τύφλωση και εγκλεισμός σε μοναστήρι.

Η Θεοδώρα, η νεότερη από τις κόρες του Κωνσταντίνου του Η’ ήταν - όπως μας μαρτυρεί ο Μιχαήλ Ψελλός σκιαγραφώντας το χαρακτήρα της, σε αντιπαραβολή με αυτόν της Ζωής - ψηλή, αδύνατη, απότομη και γρήγορη στο λόγο, χαμογελαστή, όχι ιδιαίτερα εύστροφη και όμορφη, και ιδιαίτερα φειδωλή.

Διέθετε δυναμικό και φιλόδοξο χαρακτήρα καθώς στην αρχή της βασιλείας του Ρωμανού Γ’ Αργυρού (1029) φαίνεται ότι έπαιξε κάποιο ρόλο στην εκδήλωση των συνωμοσιών του Προυσιανού και του Κωνσταντίνου Διογένη, οδηγώντας τη Ζωή στην απόφαση να την περιορίσει στη μονή Πετρίου. Ο Ψελλός αναφέρει ότι «ο φθόνος [...] χώρισε τις δύο αδελφές» και πως η θέση της στο μοναστήρι ήταν «αξιοσέβαστη».

Η κουρά της Θεοδώρας, ισοδυναμούσε με ποινή και αποκλεισμό από την πολιτειακή οργάνωση της αυτοκρατορίας. Συμμετείχε επίσης και στην τιμωρία με τύφλωση του Μιχαήλ Ε’ και του Ιωάννη Ορφανοτρόφου το 1043.

Η Θεοδώρα, θα αναλάβει για δεύτερη φορά την αυτοκρατορική εξουσία - ως μόνη κάτοχός της - στις 11 Ιανουαρίου του 1055,  αμέσως μετά το θάνατο του Μονομάχου, αφού πρώτα εξουδετέρωσε τις απειλές που είχαν εμφανισθεί. Από την μιά πλευρά οι άνθρωποι του Κωνσταντίνου Θ΄ προσπάθησαν να αναγορεύσουν αυτοκράτορα τον δούκα Βουλγαρίας Νικηφόρο Πρωτεύοντα.

Απέτυχαν όμως και έχασαν τις θέσεις τους. Από την άλλη πλευρά, ο πατρίκιος Βρυέννιος, εκπρόσωπος της στρατιωτικής αριστοκρατίας και αρχηγός των Μακεδονικών δυνάμεων (των δυνάμεων δηλαδή που είχαν υποστηρίξει τον πατρίκιο Λέοντα Τορνίκιο οκτώ χρόνια νωρίτερα) αποπειράθηκε φαίνεται και αυτός να στασιάσει. Απέτυχε και εξορίστηκε, ενώ η μεγάλη περιουσία του δημεύτηκε. Τα παραπάνω γεγονότα παραλείπονται από την εξιστόρηση του Ψελλού.

Αποφάσισε να μην παντρευτεί και απέκρουσε κάθε προσπάθεια από στρατό ή κλήρο - ο πατριάρχης Μιχαήλ Α΄ Κηρουλάριος δυσανασχετούσε επειδή αυτοκράτωρ ήταν μια γυναίκα - να πάρει σύζυγο συνάρχοντα, υπερασπίσθηκε δραστικότατα την ανεξαρτησία της από τις επιβουλές και επιρροές της στρατιωτικής τάξης, αλλά και της κοινής γνώμης που σύμφωνα με τον Ψελλό δεν ήταν σύμφωνη με μία τέτοια διευθέτηση των πραγμάτων.

«Όλοι βέβαια το θεωρούσαν απρεπές να εκθηλύνεται έτσι η άλλοτε αρρενωπή εξουσία των Ρωμαίων».

Όχι τόσο από την επιθυμία για μονοκρατορία, αλλά -όπως παρατηρεί ο Ψελλός- επειδή ίσως δεν ήθελε να ακολουθήσει τη μοίρα της Ζωής. Έτσι, παίρνοντας την έγκριση των ικανών αξιωματούχων που επρόσκειντο ευνοϊκά,  παραχώρησε τη διοίκηση του κράτους στον έμπιστό της πρωθυπουργό πρωτοσύγκελο Λέοντα Παρασπόνδυλο, έναν δυσπρόσιτο αλλά ικανό πολιτικό τον οποίο ο Ψελλός μέμφεται και κατακρίνει τη Θεοδώρα για την επιλογή της αυτή.

Πέθανε τον Αύγουστο του 1056 σε ηλικία περίπου εβδομήντα πέντε ετών, από κάποιο γαστρεντερικό πρόβλημα, όπως αναφέρει ο Ψελλός και έστεψε διάδοχό της τον Μιχαήλ ΣΤ΄ τον Στρατιωτικό, χωρίς όμως να έχει προνοήσει για τη διαδοχή. Ετάφη στον ναό των Αγίων Αποστόλων. Η βασιλεία της Θεοδώρας της πορφυρογέννητης σήμανε και το τέλος της Μακεδονικής δυναστείας.

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr