''Η γεροντοκρατία στην Ελλάδα''
Ένα άρθρο της Μαργαρίτας Πουρνάρα Πριν από μερικά χρόνια, σε μια δημοσιογραφική αποστολή στη Μάλτα, ζήτησα να κάνω συνέντευξη με τον επίτροπο κινηματογράφου. Δεν είναι επικεφαλής κάποιου φεστιβάλ, αλλά ο άνθρωπος που διαπραγματεύεται την ενοικίαση ιστορικών μνημείων της Βαλέτα και τη ναύλωση στούντιο ειδικών εφέ που υπάρχουν στο νησί, με κινηματογραφικούς παραγωγούς από το εξωτερικό, κυρίως από το Χόλιγουντ. Οπως αντιλαμβάνεται κανείς τα έσοδα από αυτήν την υπόθεση, είναι εκατομμύρια δολάρια ή ευρώ για το μαλτέζικο κράτος.
Ένα άρθρο της Μαργαρίτας Πουρνάρα
Πριν από μερικά χρόνια, σε μια δημοσιογραφική αποστολή στη Μάλτα, ζήτησα να κάνω συνέντευξη με τον επίτροπο κινηματογράφου. Δεν είναι επικεφαλής κάποιου φεστιβάλ, αλλά ο άνθρωπος που διαπραγματεύεται την ενοικίαση ιστορικών μνημείων της Βαλέτα και τη ναύλωση στούντιο ειδικών εφέ που υπάρχουν στο νησί, με κινηματογραφικούς παραγωγούς από το εξωτερικό, κυρίως από το Χόλιγουντ. Οπως αντιλαμβάνεται κανείς τα έσοδα από αυτήν την υπόθεση, είναι εκατομμύρια δολάρια ή ευρώ για το μαλτέζικο κράτος.
Στη συνάντηση εμφανίστηκε ένας συμπαθής εικοσιεφτάρης. Ευφυής, κατατοπισμένος, επικοινωνιακός. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, φαινόταν ο κατάλληλος άνθρωπος γι’ αυτήν τη δουλειά. Είχε όρεξη και ήταν παθιασμένος με το αντικείμενό του. Αν ζούσε στην Ελλάδα -όχι κατά την περίοδο της κρίσης αλλά ακόμα και πιο πριν- θα είχε τελειώσει το πανεπιστήμιο και θα πάλευε να πάρει αναβολή από τον στρατό, ζώντας στο σπίτι των γονιών του. Η επαγγελματική του καριέρα θα ξεκινούσε πολύ αργότερα. Και για να φτάσει να αναλάβει ένα κρατικό πόστο, στο οποίο να διαχειρίζεται εκατομμύρια ευρώ, θα έπρεπε να έχει περάσει τα εξήντα.
Η γεροντοκρατία στην Ελλάδα είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα, που κανένας δεν θίγει ανοιχτά. Ολες οι θέσεις εξουσίας είναι κατειλημμένες από μέλη της λεγόμενης γενιάς του Πολυτεχνείου. Ο δημόσιος λόγος έχει μόνον τη δική τους σφραγίδα και τη δική τους οπτική.
Aξίζει να γίνει ένα μικρό πείραμα. Στα δελτία ειδήσεων και τις ενημερωτικές εκπομπές, οι συνομιλητές των δημοσιογράφων είναι συνήθως από πενήντα ετών και πάνω. Λογικό, θα πει κανείς, εφόσον αυτοί βρίσκονται στις κρίσιμες θέσεις. Και οι νέοι πού είναι; Πώς εμφανίζονται;
Υπάρχει μια στερεοτυπική εκπροσώπηση. Είτε θα είναι μαθητές που δίνουν πανελλαδικές ή φοιτητές που μιλάνε για τις απεργίες κατά την εξεταστική ή άνεργοι που αναζητούν -μάταια- δουλειά. Σε φάσεις αναταραχής και επεισοδίων, είναι οι «νεαροί ταραξίες, γνωστοί άγνωστοι».
Η γενιά των τριαντάρηδων και των σαραντάρηδων είναι απούσα από τη δημόσια σφαίρα. Οι νέοι επιχειρηματίες, οι ταλαντούχοι της τέχνης και του θεάματος, οι ελπιδοφόροι επιστήμονες, οι καινούργιοι οικογενειάρχες, οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες είναι άφαντοι, εκτός και αν μιλάμε για τα σίριαλ. Οχι διότι δεν υπάρχουν στην ελληνική κοινωνία, αλλά γιατί είναι αποκλεισμένοι από τις θέσεις εξουσίας και από τη συγκρότηση του δημόσιου λόγου.
Ακόμα και οι ελάχιστοι εκπρόσωποι νεαρότερων ηλικιών στην πολιτική, έχουν υιοθετήσει τη λαλιά και τη συμπεριφορά ανθρώπων που ζυμώθηκαν στα φοιτητικά αμφιθέατρα στα τέλη του 1970. Αν όμως δεν φορέσουν αυτήν την «προβιά» που τους γίνεται δεύτερο δέρμα, κανείς δεν θα τους πάρει στα σοβαρά σε αυτήν τη χώρα.
Πηγή: www.kathimerini.gr
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr