Ο Ακύλας Καραζήσης ως «Φάουστ» στην παράσταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού, λέει: «Ο άνθρωπος ο οποίος πουλάει την ψυχή του στον διάβολο υπάρχει και σήμερα και θα υπάρχει και σε δύο χιλιάδες χρόνια»

Στον «Φάουστ» ο Γκαίτε κομματιάζει αξιώματα, δόγματα και προκαταλήψεις και δηλώνει αφοπλιστικά: «Τη στιγμή που θα εμπιστευτείς τον εαυτό σου θα ξέρεις πώς να ζήσεις».

Στον «Φάουστ» ο Γκαίτε κομματιάζει αξιώματα, δόγματα και προκαταλήψεις και δηλώνει αφοπλιστικά: «Τη στιγμή που θα εμπιστευτείς τον εαυτό σου θα ξέρεις πώς να ζήσεις». Περιμένοντας την –τι άλλο από ανατρεπτική– σκηνοθετική πρόταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού πάνω στο θεμελιώδες, πρωτοποριακό έργο του Γερμανού φιλοσόφου, που ανεβαίνει στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών στις 15/1, το Αθηνόραμα και η Μαρία Κρύου μίλησε με τον Ακύλα Καραζήση, ο οποίος επωμίζεται τον πρωταγωνιστικό ρόλο.


 
O τόπος συνάντησης του Φάουστ με τον Μεφιστοφελή είναι δεδομένος από το έργο. Γίνεται στο σπουδαστήριο, στο μελετητήριο του Φάουστ. Στη συνέχεια ο Μεφιστοφελής τον παρασύρει έξω σ’ ένα κουτούκι, στην κουζίνα μιας μάγισσας, ένα στέκι υπαρκτό στην πόλη Άουερμπαχ της Λειψίας όπου σύχναζε ο Γκαίτε. Μετά την πρώτη τους αυτή έξοδο ο Φάουστ δεν θα ξαναγυρίσει στο σπίτι του. Στην κουζίνα της μάγισσας πίνει ένα μαγικό φίλτρο –ένα ψυχότροπο, όπως θα λέγαμε σήμερα– και αμέσως μετά ξεκινά ένα ταξίδι με πρώτη, μυητική στάση τη συνάντηση με τη Μαργαρίτα».

«Ο Φάουστ είναι ένα έργο αρχετυπικό, δεν είναι συνδεδεμένο με την εποχή του, δεν είναι επικαιρικό. Ο άνθρωπος ο οποίος κατά κάποιον τρόπο πουλάει την ψυχή του στον διάβολο για να ξεπεράσει αυτό που ξέρει και να ανακαλύψει τι υπάρχει πέρα από τα όρια της γνώσης είναι ένα θέμα διαχρονικό. Υπήρχε τον 1ο αιώνα π.Χ., υπάρχει σήμερα και θα υπάρχει και σε δύο χιλιάδες χρόνια. Όσο θα υπάρχει η ανθρωπότητα, θα υπάρχει και το δίλημμα, ο προβληματισμός του Φάουστ, του ανθρώπου που δεν είναι ικανοποιημένος με την πραγματική του κατάσταση, που θέλει να πάει παρακάτω, να εμβαθύνει και να μπει στην ουσία».

«Υπάρχει η έννοια του πεπερασμένου και όχι της ματαιότητας στο έργο. Αποτελεί μια ηθελημένη ή αθέλητη κριτική στον Διαφωτισμό, στα ορατά όρια του δυτικού ορθολογισμού. Το πρόβλημα με το δυτικό πολιτισμό είναι ότι έχει στον πυρήνα του τη βεβαιότητα ότι αυτός κατέχει τον ορθό λόγο και όλα τα άλλα είναι λάθος, είναι παραλογισμοί. Σ’ ένα μεγάλο κομμάτι του ο “Φάουστ” αναφέρεται στο κυνήγι των παλιών παγανιστικών παραδόσεων της κεντρικής Ευρώπης –των δρυΐδων, των μαγικών πτήσεων–, που αντιμετωπίστηκαν με τον πιο βάρβαρο τρόπο από την τότε νέα τάξη. Στο έργο υπάρχει ακόμα και αναφορά στη Νύχτα της Βαλπούργης».
 


«Ο Μεφιστοφελής δεν είναι ο διάβολος με τα κέρατα και την ουρά, έτσι όπως τον παρουσιάζουν τα παραμύθια. Είναι αυτός που δίνει στον άνθρωπο το μήλο της γνώσης, είναι ένας οδηγός, θα μπορούσε να είναι ο Στάλκερ του Ταρκόφσκι. Όπως λέει ο ίδιος, είναι “το πνεύμα που τα πάντα αρνείται”. Είναι, ας πούμε, ένας Μακιαβέλι των ανθρώπινων σχέσεων, με την έννοια ότι αναλύει τεχνικά τον Ηγεμόνα και αμφισβητεί την εξουσία ψύχραιμα, χωρίς ηθικολογίες. Ο Μεφιστοφελής κατέχει κατά κάποιον τρόπο την άλλη παράδοση, τη μη ορθολογική. Είναι ο οδηγός του Φάουστ, ένας καλός και κακός δάσκαλος που του δείχνει ένα κομμάτι του εαυτού του. Χωρίς εκείνον δεν θα πήγαινε στη νύχτα της Βαλπούργης και δεν θα γνώριζε τη Μαργαρίτα σε βάθος».

«Η Μαργαρίτα είναι ένα πρόσωπο με τραγικό πεπρωμένο και ένας σταθμός των εμπειριών του Φάουστ, ο οποίος μέχρι τότε ζούσε μέσα στα βιβλία. Εκείνη του ξυπνάει και του γνωρίζει τα στοιχειώδη. Οι εμπειρίες του ξεκινούν από ένα λαϊκό γλέντι σ' ένα κουτούκι. Υπάρχει ένα πολύ σημαντικό μυητικό κομμάτι στην κουζίνα της μάγισσας, για να ακολουθήσει η άχρονη ερωτική ιστορία του με μια πολύ νέα κοπέλα».
«Η παράσταση που σκηνοθετεί ο Μιχαήλ Μαρμαρινός είναι μια ανάγνωση του βιβλίου που γράφτηκε το 1828-29 από τον Γκαίτε και παρουσιάζεται στην έμμετρη μετάφραση του Πέτρου Μάρκαρη και σε δραματουργία του Άρμιν Κέρμπερ. Δεν υπάρχουν από άποψη μορφική κοστούμια ή σκηνικά. Προσεγγίζουμε το νόημα μέσα από τη δική μας αντίληψη, με τον τρόπο που νιώθουμε πως είναι ο καλύτερος. Και μένουν ελεύθεροι οι συνειρμοί... Αν θέλει κάποιος να δει το σπουδαστήριο γεμάτο βιβλία με γοτθικά γράμματα, αυτό επαφίεται στη φαντασία του».

«Αυτό που κάνει η μεγάλη λογοτεχνία είναι να περιγράφει με απίστευτη λεπτομέρεια, με μέτρο και με τρόπο διεισδυτικό κομμάτια της ζωής. Στο συγκεκριμένο έργο με συγκινεί η αγωνία του Φάουστ γι’ αυτό το ταξίδι προς την κατάκτηση των εμπειριών, της γνώσης. Ο τρόπος με τον οποίο είναι γραμμένο είναι συγκλονιστικός».
Στην παράσταση παίζουν ακόμα οι ηθοποιοί Θεοδώρα Τζήμου, Εύη Σαουλίδου, Ηλέκτρα Νικολούζου, Έλενα Τοπαλίδου, Φοίβος Ριμένας, Νικόλας Χανακούλας, Δάφνη Ιωακειμίδου-Πατακιά και Σμαρώ Γαϊτανίδου. Προγραμματισμένες παραστάσεις στις 15/1-5/2.


Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr