DZ Bank: Βήμα-βήμα, η Ελλάδα ξεπερνά την κρίση χρέους αλλά παραμένει χώρα υψηλού ρίσκου
Στα 14 δισ. ευρώ οι προσφορές για τις επανεκδόσεις 5ετών και 30ετών ομολόγων
Το τρέχον περιβάλλον της αγοράς θα συνεχίσει να επιβαρύνει τα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης και ειδικά της περιφέρειας, εκτιμά η DZ Bank, η οποία αν και επισημαίνει πως η Ελλάδα ξεπερνά τα δύσκολα χρόνια της κρίσης χρέους, οι προκλήσεις για την οικονομία και τα ομόλογα είναι σημαντικές.
Γράφει η Ελευθερία Κούρταλη στο capital.gr
Βραχυπρόθεσμα, όπως σημειώνει, η ανακοίνωση του νέου μέσου κατά του κατακερματισμού της ΕΚΤ θα μειώσει τα ασφάλιστρα κινδύνου (risk premiums). Ενόψει των προσεχών μηνών, ωστόσο, η πορεία των ασφαλίστρων κινδύνου είναι πιθανό να εξαρτηθεί από τον συγκεκριμένο σχεδιασμό του νέου μέσου. "Δεν περιμένουμε από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ να συμφωνήσει σε έναν ιδιαίτερα ελκυστικό σχεδιασμό του μέσου, ειδικά για την Ιταλία. Αντιθέτως, αναμένουμε να καταπολεμήσει ιδιαίτερα την εκτόξευση των spreads σε επίπεδα που εμποδίζουν μια μέτρια, γραμμική αύξηση των ασφαλίστρων κινδύνου της ευρωζώνης". Με βάση τις προσδοκίες της για τα spread, η DZ Bank συστήνει underweight θέσεις στα ομόλογα της περιφέρειας.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα, ο γερμανικός οίκος αναφέρει πως μετά την ανάπτυξη λίγο πάνω από το 8% το 2021, η ανάκαμψη είναι πιθανό να συνεχιστεί φέτος παρά τους αντίθετους ανέμους και προβλέπει πως το ελληνικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4,2% (και κατά μόλις 0,6% το 2023).
Ωστόσο, η αναταραχή στις παγκόσμιες αγορές ενέργειας ειδικότερα αυξάνει τον πληθωρισμό -ο οποίος φέτος αναμένεται στην Ελλάδα να διαμορφωθεί στο 8,1% πριν υποχωρήσει στο 3,9% το 2023- και οι υψηλότερες τιμές μειώνουν την κατανάλωση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση υιοθέτησε πρόσφατα διάφορα μέτρα για να αποτρέψει την πτώση της εγχώριας ζήτησης, αναφέρει.
Οι πρόσφατες αυξήσεις του κατώτατου μισθού τον Ιανουάριο (+2%) και τον Μάιο (+7,5%) θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η εγχώρια ζήτηση θα παραμείνει ένας από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης.
Η επενδυτική δραστηριότητα, η οποία υποστηρίζεται από κεφάλαια του NGEU, και οι εξαγωγές, ιδίως ο τουριστικός τομέας, θα συμβάλουν επίσης θετικά στην ανάπτυξη. Ωστόσο, όπως τονίζει, οι κίνδυνοι κυριαρχούν, καθώς η ελληνική οικονομία είναι λιγότερο ανθεκτική από αυτή των άλλων χωρών της ευρωζώνης έναντι της επιδείνωσης του γενικού οικονομικού περιβάλλοντος.
Η DZ Bank επισημαίνει πως το υπουργείο Οικονομικών επιβεβαίωσε πρόσφατα ότι η Ελλάδα σχεδιάζει να παρουσιάσει πρωτογενές έλλειμμα φέτος. Συνολικά, η ίδια αναμένει δημοσιονομικό έλλειμμα 5% του ΑΕΠ για το 2022. Ωστόσο, η χώρα σκοπεύει να δημιουργήσει ξανά πρωτογενή πλεονάσματα το 2023 και να επιτύχει συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα 2%, συνεχίζοντας την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών της.
Η Ελλάδα αποπλήρωσε πλήρως το χρέος της στο ΔΝΤ στα τέλη Μαρτίου, ενώ έχει αρχίσει να αποπληρώνει μέρος των διμερών δανείων του 2010 και το Eurogroup έδωσε πρόσφατα το πράσινο φως για την επιτυχή λήξη του Μηχανισμού Ενισχυμένης Εποπτείας. "Βήμα- βήμα, η χώρα ξεπερνά την κρίση χρέους", τονίζει χαρακτηριστικά. Ωστόσο, σε ποσοστό άνω του 190%, η Ελλάδα θα συνεχίσει να καταγράφει τον υψηλότερο δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στην ευρωζώνης και έναν από τους υψηλότερους δείκτες στον κόσμο.
Τα ελληνικά ομόλογα, όπως επισημαίνει η DZ Bank, εξακολουθούν να έχουν τα υψηλότερα ασφάλιστρα κινδύνου. Όντας ο εκδότης με τη χαμηλότερη αξιολόγηση, η Ελλάδα υποφέρει περισσότερο από τη γενική αποστροφή κινδύνου στην αγορά. Το ελληνικό spread έναντι της Ιταλίας ανέρχεται επί του παρόντος σε σχεδόν 60 μονάδες βάσης, δηλαδή στο ίδιο επίπεδο που ήταν κατά την κορύφωση της πανδημίας. Ωστόσο, ο γερμανικός οίκος πιστεύει ότι τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν ο κύριος ανταγωνιστής των ιταλικών ομολόγων. "Αναμένουμε ότι τα ελληνικά spreads θα παραμείνουν υψηλά τους επόμενους μήνες και μάλιστα θα διευρυνθούν περαιτέρω προς τις 300 μ.β στο υπόλοιπο του έτους. Αν και το αποτέλεσμα της ανακοίνωσης του νέου μέσου κατά του κατακερματισμού της ΕΚΤ θα μπορούσε να προσφέρει βραχυπρόθεσμη ανακούφιση, δεν θα είναι βιώσιμη", εκτιμά η DZ Bank.
Τέλος, αναφέρει πως στα τέλη Απριλίου, (και) η S&P αναβάθμισε την αξιολόγηση της Ελλάδας σε BB+, πράγμα που σημαίνει ότι η χώρα είναι τώρα ένα ακόμη βήμα πιο κοντά στον στόχο της να επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα το 2023. Όμως, δεδομένης ακόμα της χαμηλής της αξιολόγησης, του υψηλότερου δείκτη χρέους προς ΑΕΠ στην ευρωζώνη και του πιο ασταθούς μοτίβου των spreads, συνεχίζει να αξιολογεί την Ελλάδα ως χώρα με αυξημένο κίνδυνο (Elevated Risk).
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr