Good News :Η επέλαση των Ελληνικού σινεμά στο Φεστιβάλ του Βερολίνου με την Πόπη Τσαπανίδου .... αρχιμαφιόζα- Διεκδικούν φλας στο κόκκινο χαλί και «Χρυσές Αρκούδες»
Για κάποιους το Βερολίνο είναι συνώνυμο του παγωμένου αέρα, του gluehwein (υπέροχο ζεστό κρασί σερβιρισμένο με κανέλα) και των ωραίων, λιπαρών wurst (λουκάνικων). Για τους Ελληνες όμως οι όμορφοι συνειρμοί που μπορεί -ακόμη- να επιφέρει το άκουσμα του Βερολίνου είναι απλώς σινεμά.
Για κάποιους το Βερολίνο είναι συνώνυμο του παγωμένου αέρα, του gluehwein (υπέροχο ζεστό κρασί σερβιρισμένο με κανέλα) και των ωραίων, λιπαρών wurst (λουκάνικων). Για τους Ελληνες όμως οι όμορφοι συνειρμοί που μπορεί -ακόμη- να επιφέρει το άκουσμα του Βερολίνου είναι απλώς σινεμά.
Εδώ και κάποια χρόνια οι Ελληνες κινηματογραφιστές αποθεώνονται στις παρυφές της Potsdamer Platz, όπου λαμβάνει χώρα το φεστιβάλ, με απόγειο τη φετινή χρονιά όπου έφτασαν κυριολεκτικά να αποθεώνονται από τους διοργανωτές. Όπως γράφει στο protothem.gr η Τίνα Μανδηλαρά, ρεκόρ συμμετοχής για τους Ελληνες στο 64ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου με έξι ελληνικές ταινίες από το επίσημο διαγωνιστικό, το τμήμα Generation, τις μικρού μήκους, αλλά και τις κρίσιμες προβολές για το Market, ήτοι την Ευρωπαϊκή Αγορά Κινηματογράφου.
Κι αν όλοι στρέφουν το βλέμμα στον Γιάννη Οικονομίδη ως τον σημαντικό κινηματογραφιστή που καταφτάνει στην παγωμένη πόλη με αξιώσεις, άλλοι ενδιαφέρονται για το παράδοξο βάπτισμα του πυρός της Πόπης Τσαπανίδου στο κόκκινο χαλί, καθώς, εφόσον οι επαγγελματικές υποχρεώσεις της το επιτρέψουν, αναμένεται να παρελάσει από την επίσημη πρώτη και να πάρει θέση ως μία από τους ηθοποιούς που θα συμμετάσχουν στην ελληνική ταινία της χρονιάς! Σημαντική είναι επίσης η παρουσία στην ταινία του Γιάννη Οικονομίδη «Μικρό ψάρι» της κατάξανθης - για τις ανάγκες του ρόλου- Βίκυς Παπαδοπούλου.
Στα υπόψη και η ενδεχόμενη άφιξη του έμπειρου από τα διεθνή φεστιβάλ Αλέξανδρου Λογοθέτη με την ταινία «Στο σπίτι» του Αθανάσιου Καρανικόλα. Οι Βερολινέζοι δείχνουν όμως ήδη ιδιαίτερη αδυναμία στην Ελίνα Ψύκου, την υπέροχη αυτή δημιουργό που επιστρέφει δυναμικά με την ταινία της «Ο γιος της Σοφίας (Ιβο και Σοφία)», αλλά και στον Γιώργο Σερβετά, στην ταινία του οποίου «Να κάθεσαι και να κοιτάς» πρωταγωνιστεί ο Γιώργος Καφετζόπουλος, γιος του γνωστού ηθοποιού Αντώνη Καφετζόπουλου. Αναμφισβήτητα, όμως, η ταινία που έχει έντονα ελληνικό χρώμα, με ελληνικά μνημεία, εγκλήματα και φόντο την Ακρόπολη, είναι τα «Δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου», που θα προβληθεί στο πλαίσιο του φεστιβάλ.
Εκεί, ανάμεσα στα πάθη και τους φόνους που ενέπνευσαν το μυθιστόρημα της Πατρίτσια Χάισμιθ και ακολούθως την ομώνυμη ταινία, αναμένεται να ξεχωρίσουν ηθοποιοί όπως ο Ομηρος Πουλάκης και ο Σωκράτης Αλαφούζος, που θα προστεθούν στην κινηματογραφική ομήγυρη. Η ταινία θα βγει μετά το Βερολίνο και στην Ελλάδα από τη Seven και τη Spentzos Film.
Διεθνή βραβεία και αναγνωρίσεις
Τι είναι όμως αυτό που κάνει το ελληνικό κινηματογραφικό αίμα να κυλάει τόσο ζεστό στο ψυχρό σινεφιλικό σώμα - και γιατί πλέον ο κινηματογράφος μας συζητιέται τόσο πολύ στα καπνισμένα δωμάτια των απανταχού σινεφίλ; Την απάντηση δεν τη βρίσκουμε μόνο στο Βερολίνο, αλλά και στα διάφορα φόρα και φεστιβάλ, στα βραβεία που δίνονται αφειδώς στους δημιουργούς μας -από τον Γιώργο Λάνθιμο που άνοιξε τον δρόμο μέχρι τον επίσης πρόσφατα βραβευμένο στη Βενετία Αλέξανδρο Αβρανά-, καθώς και στα άπειρα δημοσιεύματα.
Το «λαβράκι» το τσίμπησε πρώτος ο «Guardian», που έγινε και ο νονός του ανέλπιστου φαινομένου σπεύδοντας πριν από κάποια χρόνια να το αποκαλέσει «παράξενο ελληνικό σινεμά (weird cinema)» και ανάβοντας κυριολεκτικά το κόκκινο φως σε όσα θα ακολουθήσουν. Εκτοτε οι ελληνικές ταινίες έπαψαν να έχουν τη στάμπα του εξωτικού φρούτου με μυρωδιά «Ζόρμπα δε Γκρικ» ή να «φοριούνται» μονάχα στα επίσημα ακαδημαϊκά φόρα όπως αυτές του Αγγελόπουλου, αλλά θεωρείται ότι αντικατοπτρίζουν δυναμικά τα σημεία των καιρών.
Παράδοξες και συνήθως κατεστραμμένες οικογένειες έφερναν στην επιφάνεια όλα τα δεδομένα της σύγχρονης ψυχοπαθολογίας, ενώ ακόμη και τα τραβεστί («Στρέλλα») διεκδικούσαν το δικό τους γενναίο μερτικό στην ελληνική ιστορία και την ελληνική πραγματικότητα. Κι έτσι, από τη «Στρέλλα» φτάσαμε στις ελληνικές συμπαραγωγές, αλλά και τις διεθνείς υπερπαραγωγές που είχαν φόντο τα μέρη από όπου κατάγεται ο σπουδαίος Ελληνας παραγωγός Χρήστος Κωνσταντακόπουλος. Από κει και πέρα, η μία επιτυχία έφερνε την άλλη - βραβεία, συζητήσεις, γνωριμίες και αναγνώριση ότι οι νέοι κινηματογραφιστές μας μπορεί να μην έχουν χρήματα, έχουν όμως ταλέντο.
Ακολούθησαν και άλλα δημοσιεύματα σε γαλλικές εφημερίδες, όπως η «Liberation», για να έρθει το αποθεωτικό αφιέρωμα των «New York Times» στα τέλη της προηγούμενης χρονιάς να καταδείξει ότι η επιτυχία του ελληνικού σινεμά είναι αντίστροφη με την οικονομική επιτυχία της χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δημιουργοί που παρουσιάστηκαν στις σελίδες των «New York Times» είναι οι ίδιοι που θα δούμε σε λίγο στο Βερολίνο - μια παρουσία που δικαιολογείται και από την εντύπωση που προξένησαν στο τελευταίο Φεστιβάλ του Τορόντο. Ετσι ο δημοσιογράφος των «Times» παραχωρεί τον λόγο σε νέους Ελληνες παραγωγούς όπως ο Κωνσταντίνος Κοντοβράκης (του οποίου η ταινία «Να κάθεσαι και να κοιτάς» θα παιχτεί στο Βερολίνο) και ο Γιώργος Καρναβάς («Η αιώνια επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά»), οι οποίοι ίδρυσαν από κοινού την εταιρεία παραγωγής Heretic που έχει ήδη δώσει σπουδαία δείγματα γραφής.
Η εφημερίδα τονίζει επίσης ότι παρά τις επιτυχίες η χρηματοδότηση των ελληνικών ταινιών -κάτι που παραδοσιακά συνέβαινε στο παρελθόν- έχει διακοπεί λόγω της οικονομικής δυστοκίας. Επισημαίνει δε ότι τις περισσότερες φορές οι Ελληνες auters ξεκινούν δειλά-δειλά και δίχως χρήματα και κατόπιν βρίσκουν κάποια εταιρεία παραγωγής που μπορεί να επενδύσει στο εγχείρημά τους. Ετσι συνέβη, για όσους γνωρίζουν αλλά δεν το αναφέρουν οι «New York Times», στην περίπτωση του Αβρανά καθώς και άλλων παραγωγών που πρέπει να οφείλουν τα μάλα στη Faliro House του Κωνσταντακόπουλου, αλλά και στη Feelgood, οι οποίες ακόμη επενδύουν στο ελληνικό σινεμά.
Και είναι πάλι οι παραγωγοί που είδαν προφητικά τη δημιουργική ανέλιξη του ελληνικού σινεμά σπεύδοντας να επενδύσουν σε αυτό (αλλά και να το βοηθήσουν). Και δεν φοβήθηκαν το γεγονός ότι σίγουρα ο κόσμος δεν θα συνέρρεε στα multiplex για να δει προβληματικές οικογένειες (ποιος αλήθεια μπορεί να δει ταινία του Αβρανά τρώγοντας ποπκόρν;), αλλά ότι ίσως θα παρασυρόταν από τη γενικότερη διεθνή απήχηση.
«Δεν δώσαμε πριμ συμπόνιας στην Ελλάδα»
Κατά τ’ αλλα, οι Γερμανοί διοργανωτές σε απανωτές ερωτήσεις που τους έγιναν σχετικά με το γιατί επέλεξαν τόσες ελληνικές ταινίες και κατά πόσο αυτό συνέβη από οίκτο για την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα απάντησαν ότι σε καμία περίπτωση δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Επ’ αυτού, ο ίδιος ο διευθυντής του φεστιβάλ Ντίτερ Κόσλικ δήλωσε: «Οταν δείτε την ταινία που επιλέξαμε για το διαγωνιστικό τμήμα θα καταλάβετε ότι δεν δώσαμε κανένα πριμ συμπόνιας και ότι ο ελληνικός κινηματογράφος είναι υπαρκτός. Οσο φρικτό κι αν ακούγεται, η ελληνική κρίση προκάλεσε μεγάλη ώθηση στη δημιουργικότητα».
Η ταινία που ενθουσίασε τον Κόσλικ και την παρέα του είναι το «Μικρό ψάρι» του Γιάννη Οικονομίδη, που αναμένεται να κλέψει τις εντυπώσεις - ευχόμαστε και τα βραβεία στο επικείμενο 64ο Φεστιβάλ. Οχι τυχαία, μία από τις... πρωταγωνίστριές του, η γνωστή δημοσιογράφος Πόπη Τσαπανίδου, είχε καλέσει τον σκηνοθέτη στην εκπομπή της στο STAR την πρώτη μέρα του χρόνου με σκοπό να κάνει με εκείνον ποδαρικό, επιμένοντας, ίσως προφητικά, ότι φέτος είναι η χρονιά του. Και δεν έδειχνε να την πειράζει που ο βραβευμένος δημιουργός του «Σπιρτόκουτου» και της «Ψυχής στο στόμα» παραμένει άκρως λακωνικός όταν βρίσκεται μπροστά από τις κάμερες. Γενικότερα δεν πολυμιλάει αν δεν υπάρχει λόγος, παραδέχτηκε και μπροστά στους λίγους δημοσιογράφους που βρέθηκαν σε μια πρώτη παρουσίαση της ταινίας πριν από λίγο καιρό στο κέντρο της Αθήνας. «Για καιρό και όσο διαρκούσαν τα γυρίσματα ήμαστε απλώς μια σιωπηλή παρέα, δεν κάναμε θόρυβο.
Τώρα όμως που βρισκόμαστε στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Βερολίνου, ήρθε η ώρα να το γιορτάσουμε», έλεγε τότε ο σεμνά χαρούμενος σκηνοθέτης. Με το γνωστό του κυνικό, γοητευτικό γλυκόπικρο χιούμορ, ο Οικονομίδης ξεδιπλώνει στην ταινία του την ιστορία του μοναχικού Στράτου -τον οποίο υποδύεται εμβληματικά ο Βαγγέλης Μουρίκης- που βρέθηκε στη φυλακή ύστερα από έγκλημα ερωτικού πάθους (πάνω στην έξαψη σκότωσε δύο πιτσιρικάδες για τα μάτια μιας γυναίκας). Καθώς αποφυλακίζεται η μοίρα του τον θέλει να επιστρέφει στον υπόκοσμο υπογράφοντας συμβόλαια θανάτου. Στην ταινία, εκτός από την Πόπη Τσαπανίδου, η οποία ερμηνεύει την αρχιμαφιόζα και «βασίλισσα της κοκαΐνης», όπως έλεγε αστειευόμενος ο σκηνοθέτης, συναντάμε τη σοπράνο Σόνια Θεοδωρίδου σε έναν ρόλο-έκπληξη, αλλά και την ταλαντούχα Βίκυ Παπαδοπούλου.
Η ηθοποιός, που για τις ανάγκες της ταινίας έγινε ξανθιά, αρέσκεται να αφηγείται τον τρόπο με τον οποίο έγινε η προσέγγιση με σκοπό να αναλάβει τον ρόλο. «Πάντα ήθελα να συμμετάσχω σε ταινία του Οικονομίδη, αλλά από την πρώτη μας συνάντηση, όπου του εξέφρασα το ενδιαφέρον να αναλάβω τον ρόλο, ήταν σχεδόν αρνητικός. “Για να παίξεις πρέπει να γίνεις ξανθιά, να μάθεις καλά μια πολεμική τέχνη και να μη νομίζεις ότι είσαι ωραία γκόμενα’’.
Εβγαλα λοιπόν από πάνω μου την ιδέα της ωραίας γκόμενας», έλεγε γελώντας, κάτι που όμως την ιντρίγκαρε πολύ. Ιδιαίτερα καυστική, πάντως, ήταν η Σόνια Θεοδωρίδου, όταν τη ρώτησαν πώς αντιμετώπισε το γεγονός ότι αυτή, μια περίοπτη κυρία του λυρικού θεάτρου, έπρεπε ξαφνικά να βρίζει - αφού είναι γνωστό ότι οι ταινίες του Οικονομίδη έχουν ιδιαίτερη αδυναμία στη λεκτική «αβρότητα». «Υπάρχει μια μεγάλη τρυφερότητα στον Γιάννη Οικονομίδη, ο οποίος με απελευθέρωσε σε πολλά», παραδέχτηκε η γνωστή σοπράνο για να προσθέσει: «Οταν του είπα ότι δεν βρίζω ποτέ στη ζωή μου, μου είπε να απενοχοποιηθώ και έτσι μια μέρα στάθηκα μπροστά στον καθρέφτη και άρχισα να βρίζω σαν νταλικέρης. Και τότε ήταν που άνοιξε την πόρτα ο γιος μου και έμεινε να με κοιτάει εμβρόντητος. Ηταν σίγουρος ότι έπαθα κάτι ή μάλλον ότι είχα πάρει κάτι».
Σίγουρα, πάντως, και οι υπόλοιπες ταινίες που περνούν από το Βερολίνο παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον καθώς θίγουν θέματα που απασχολούν τελευταία: η σκηνοθετημένη από τον Ελληνα κινηματογραφιστή που ζει μόνιμα στο Βερολίνο, Αθανάσιο Καρανικόλα, ταινία «Στο σπίτι» αφηγείται την ιστορία της Νάντιας, μιας Γεωργιανής που δουλεύει ως οικονόμος σε ελληνικό σπίτι. Οταν η οικονόμος μαθαίνει ότι πάσχει από ανίατη ασθένεια, τα πάντα ανατρέπονται τόσο στο εσωτερικό του σπιτιού όσο και ανάμεσα στο ζευγάρι, το οποίο υποδύεται η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου και ο Αλέξανδρος Λογοθέτης. Μοναδική λένε ότι είναι στον ρόλο της οικονόμου η Μαρία Καλλιμάνη, μια σπουδαία κυρία του θεάτρου και ηθοποιός, με σπάνια συνέπεια και ήθος.
Τα γυρίσματα ολοκληρώθηκαν το καλοκαίρι στον Μαραθώνα και πρόκειται για την τρίτη ταινία του Καρανικόλα που θα προβληθεί στο πλαίσιο του Forum στο Βερολίνο.
Αντίστοιχο θέμα ενός άνδρα, αυτή τη φορά, μετανάστη από τη Γεωργία δείχνει να έχει και η ταινία της Ελίνας Ψύκου με τον τίτλο «Ο γιος της Σοφίας». Η γνωστή σκηνοθέτις που έχει κλέψει τις εντυπώσεις και έχει αποσπάσει θερμές κριτικές για την «Αιώνια επιστροφή του Αντώνη Παρασκευά» εκπλήσσει για μία ακόμη φορά με το ιδιοσυγκρασιακό κινηματογραφικό της ύφος. Πρόκειται για την ιστορία του Ιβο που έρχεται στην Ελλάδα προκειμένου να βρει τη μητέρα του Σοφία και να ζήσει μαζί της. Αυτή, όμως, δεν ζει μόνη της αλλά με τον ηλικιωμένο σύζυγό της - μια ιστορία άκρως ρεαλιστική που συναντάει κανείς συχνά στην Ελλάδα.
Οσο για το «Να κάθεσαι και να κοιτάς» του Γιώργου Σερβετά, ταξιδεύει στο Βερολίνο από το Τορόντο, όπου έκανε τη διεθνή της πρώτη, με τους καλύτερους, καθώς φαίνεται, οιωνούς. Στην ταινία στην οποία αναφέρθηκαν ήδη οι «New York Times» πρωταγωνίστρια είναι η Αντιγόνη η οποία επιστρέφει σε μια μικρή πόλη της επαρχίας για να δουλέψει ως εργάτρια και να συναντήσει όλες τις αντιθέσεις και συγκρούσεις ανάμεσα στον σκληρό κόσμο του άστεως και τη δύσκολη προσαρμογή στην εξοχή. Ο Σερβετάς είναι άλλος ένας Ελληνας δημιουργός που πραγματεύεται ένα επίκαιρο για τα ελληνικά δεδομένα θέμα, προσθέτοντας ένα ακόμη γόνιμο λιθαράκι στον σπαρμένο με διάφορα βραβεία δρόμο του νέου ελληνικού σινεμά.
Χολιγουντιανή αίγλη
Αλλη μια ταινία που φέρει ελληνικό χρώμα αλλά κινείται σε διαφορετικό μήκος σινεφιλικού κύματος -και όχι μόνο επειδή φέρει έντονη τη χολιγουντιανή σφραγίδα- είναι τα «Δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου», που είχαν προκαλέσει μεγάλο ντόρο όταν γυρίζονταν στην Ελλάδα σε Αθήνα και Κρήτη. Στην ταινία, εκτός από τους ξένους συντελεστές και πρωταγωνιστές, συναντάμε και τα ελληνικά ονόματα των Σωκράτη Αλαφούζου και Ομηρου Πουλάκη, οι οποίοι αναμένεται και αυτοί να καταφτάσουν στο Βερολίνο. Αφορμή για την ταινία είναι το θρυλικό νουάρ της Πατρίτσια Χάισμιθ «Τα δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου», με πρωταγωνιστές τον Βίγκο Μόρτενσεν (ο γνωστός πρωταγωνιστής του «Αρχοντα των δαχτυλιδιών») και την Κίρστεν Ντανστ («Σπάιντερμαν», «Melancholia», «Μαρία Αντουανέτα»). Οσο για το σενάριο και τη σκηνοθεσία, αυτή φέρει τη βαριά υπογραφή του νέου αγαπημένου τέκνου του Χόλιγουντ, Χοσέιν Αμινί, γνωστού και από το «Drive» (με τον Ράιαν Γκόσλινγκ). Παραγωγός της ταινίας είναι η γνωστή εταιρεία Zelus Pictures Ltd.
Η πασίγνωστη συγγραφέας του «Ταλαντούχου κύριου Ρίπλεϊ» είναι από τις πρώτες που επέλεξαν την Ελλάδα ως σκηνικό των διάσημων βιβλίων της. Προτιμώντας την Ευρώπη από τη γενέτειρά της Αμερική, η Πατρίτσια Χάισμιθ από πολύ νωρίς «ανάγκασε» τους ήρωές της να περιπλανηθούν στις πόλεις που αυτή επέλεξε ως ιδανικά της περάσματα: την Ιταλία, την Ελλάδα, το Παρίσι. Στην Ελλάδα μάλιστα έδειξε να ξαναβρίσκει τους παλιούς της μύθους και το χαμένο πάθος ταξιδεύοντας στα μέρη μας παρασυρμένη από τον έρωτά της (που ήταν γυναίκα). Την ίδια ώρα μάλιστα που ταξιδεύει από το Ναύπλιο προς τα νησιά πληροφορείται και την αυτοκτονία της μεγαλύτερης αγάπης της ζωής της, της Κάθριν Κόεν.
Πανέμορφες και πονεμένες εικόνες ξαναζωντανεύουν στις σελίδες του ημερολογίου της από την Ελλάδα, το οποίο κρατά ανελλιπώς και αποσπάσματά του βρίσκουμε στη βιογραφία της. Στη χώρα μας περνάει όλες τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς πίνοντας, όπως ομολογούσε κι η ίδια χαρακτηριστικά, «περισσότερα ούζα από έγκνογκ». Και είναι επίσης στα μέρη μας, και συγκεκριμένα στην πλατεία Συντάγματος, ανάμεσα στα φτηνοξενοδοχεία της Ομόνοιας και τα επιβλητικά «Μεγάλη Βρεταννία» και «King George», όπου η Πατρίτσια Χάισμιθ εμπνεύστηκε και το βιβλίο της «Τα δύο πρόσωπα του Ιανουαρίου», για το οποίο απέσπασε το βραβείο του Ασημένιου Στιλέτου της Ενωσης Αστυνομικών Συγγραφέων της Αγγλίας.
Ο πόνος και η Ελλάδα ήταν ιδανικός συνδυασμός για τη Χάισμιθ και την κινητοποίησε ώστε να γράψει μία από τις καλύτερες ιστορίες της και να χαράξει για πάντα -άγνωστο στο ευρύ κοινό- ένα ελληνικό αρχικό στο εσωτερικό του μπράτσου της. Ο πόνος και η Ελλάδα, αντίστοιχα, είναι και αυτά που μέτρησαν και στις συνειδήσεις των κριτών της επιτροπής, αλλά και του κόσμου, που αναγνωρίζει διεθνώς και με τον καλύτερο τρόπο το ελληνικό σινεμά. Το μόνο που περιμένουμε τώρα είναι η στιγμή που θα έρθει σε ελληνικά χέρια και η Χρυσή βερολινέζικη Αρκούδα...
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr