Ποιοτικά ελληνικά τυριά με πολλά βραβεία!!!

Της Εύης Κωνσταντινίδου Τα βραβεία που αποσπούν σωρηδόν τα τελευταία χρόνια τα τυριά του Παναγιώτη Τσαγκογέωργα σε εκθέσεις και φεστιβάλ αποτελούν το επισφράγισμα μιας πορείας σαράντα χρόνων που έχει ως σταθερά σημεία αναφοράς την ποιότητα και τη γεύση. Πλέον, αυτά έχουν μετουσιωθεί σε φήμη που έχει ξεπεράσει τα σύνορα της Πελοποννήσου.

Της Εύης Κωνσταντινίδου


Τα βραβεία που αποσπούν σωρηδόν τα τελευταία χρόνια τα τυριά του Παναγιώτη Τσαγκογέωργα σε εκθέσεις και φεστιβάλ αποτελούν το επισφράγισμα μιας πορείας σαράντα χρόνων που έχει ως σταθερά σημεία αναφοράς την ποιότητα και τη γεύση. Πλέον, αυτά έχουν μετουσιωθεί σε φήμη που έχει ξεπεράσει τα σύνορα της Πελοποννήσου. Το 2007 πήρε το «χρυσό» στη μυζήθρα, το 2009 το «ασημένιο» στη φέτα, ενώ στο 3ο Φεστιβάλ Ελληνικού Γάλακτος και τυριού, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα τον περασμένο Οκτώβριο (2011), απέσπασε «χρυσό» για τη γεύση και την ποιότητα επί του συνόλου των προϊόντων του.Ωριμαντήριο. Ο Γιάννης Κουρέτας, γιος της Ν. Τσαγκογέωργα.

Τα τελευταία χρόνια τον μαθαίνουν και οι ξένοι, μέσω των ομογενών που τα μεταφέρουν στο εξωτερικό, επιχειρηματικών αποστολών, αλλά και διεθνών εκθέσεων. «Μας ξέρουν οι Αμερικανοί και μου έχουν ζητήσει να τους στείλω προϊόντα τυποποιημένα, αλλά δεν το έχω βάλει στα άμεσα σχέδια», συμπληρώνει ο κ. Τσαγκογέωργας για να συνεχίσει: «Μας μαθαίνουν σιγά σιγά. Πριν από λίγους μήνες, μας επισκέφτηκε ένα επιστημονικό κλιμάκιο από τη Γεωργία, σύμβουλοι του εκεί Υπουργού Γεωργίας. Εμειναν κοντά μας μία μέρα και παρακολούθησαν το τυροκομείο μας και τη διαδικασία παραγωγής των τυριών».

Μπορεί, όμως, η φήμη των προϊόντων της συγκεκριμένης επιχείρησης να απλώνεται σε όλο τον κόσμο, δυστυχώς όμως, τα ίδια τα προϊόντα, δεν φτάνουν στην αγορά της Αθήνας, εκτός από τη φέτα, που πωλείται σε αλυσίδα ελληνικού σούπερ μάρκετ. «Η κατανάλωσή μας είναι τοπική γιατί η ποσότητα δεν επαρκεί. Αν αλλάξω την ποσότητα, θα χάσω την ποιότητα», εξηγεί ο ιδιοκτήτης, που δεν θέλει να ξεφύγει από τα παραδοσιακά.

Ο ίδιος προμηθεύεται γάλα από 74 παραγωγούς της περιοχής που βόσκουν τα πρόβατά τους στα βουνά της Γορτυνίας. «Καθημερινά ελέγχουμε την ποιότητα του γάλακτος στη δική μας μονάδα και κάθε 15 μέρες πηγαίνει για έλεγχο στο Γενικό Χημείο του κράτους. Το μυστικό της επιτυχίας είναι το καλό γάλα και η καθαριότητα σε κάθε στάδιο παραγωγής. Τώρα πια τα πράγματα είναι πιο εύκολα σε σχέση με την εποχή που ξεκίνησα», διευκρινίζει.


Η ιστορία του τυροκομείου

Η ιστορία του τυροκομείου είναι πολύ παλιά, εμπεριέχει βάσανα, φτώχεια, κατοχή, πόλεμο, αγώνα για το μεροκάματο και ξεκινά από τον πολύτεκνο αγρότη Δημήτρη Τσαγκογέωργα στο ορεινό χωριό Ισαρι, κοντά στη Μεγαλόπολη. Ο ίδιος παρότι δεν είχε δική του τυροκομική μονάδα, εργαζόταν σε τοπικό τυροκομείο. Θεωρείτο, μάλιστα, ως ο καλύτερος «γραβιεράς» της περιοχής. Αυτή την τέχνη γνώρισε από κοντά και ο μικρός Παναγιώτης (το ένα από τα τέσσερα παιδιά) που από τα δώδεκά του αναγκάστηκε να βγει στο μεροκάματο και να βοηθήσει τον πατέρα του.

«Δεν είχα επιλογή, ήταν πολύ δύσκολα χρόνια. Ηξερα τουλάχιστον ότι στο τυροκομείο θα είχα δουλειά», θυμάται. Επιστρέφοντας από φαντάρος, μπήκε συνέταιρος σε ένα τοπικό τυροκομείο, το μοναδικό στην περιοχή, κι άρχισε να ξετυλίγει το ταλέντο του φτιάχνοντας παραδοσιακά τυριά με μεράκι και γεύση που δεν άργησαν να κατακλύσουν τη τοπική αγορά, μέχρι το 1968 που έγινε ιδιοκτήτης και επιχειρηματίας της δικής του παραγωγικής τυροκομικής μονάδας. Το ιδιόκτητο αμπέλι, μέσα σε μια δασώδη περιοχή σε υψόμετρο 800 μέτρων, έγινε εργοστάσιο -από εκεί βγαίνει και η ονομασία της περιοχής Μεγαμπέλι όπου βρίσκεται η μονάδα- και μπήκε δυναμικά με τη φέτα, τη γραβιέρα και τη μυζήθρα στον ανταγωνισμό. Αυτήν τη στιγμή παράγει 300 τόνους φέτα τον χρόνο, 20 γραβιέρα, 30 μυζήθρα και 40 γιαούρτι. Και παρότι βρισκόμαστε στη μέση οικονομικής κρίσης τη χρονιά που πέρασε η επιχείρηση σημείωσε άνοδο των πωλήσεων κατά 30%.

Οικογενειακή υπόθεση
Η πορεία όμως της οικογένειας Τσαγκογέωργα δεν σταματά εδώ. Στην επιχείρηση έχουν μπει και οι τέσσερις κόρες του ιδιοκτήτη, Νίκη, Γεωργία, Δήμητρα και Ελένη, που ακολουθούν τα βήματα του πατέρα τους και συνεχίζουν με μεράκι, η κάθε μια από το δικό της πόστο.
«Το τυρί είναι ζωντανός οργανισμός, του δίνεις και σου δίνει», λέει χαρακτηριστικά η Ελένη, που ελέγχει τη διαδικασία παραγωγής των τυριών. Η ίδια, που είναι η μικρότερη σε ηλικία, παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών, δεν μετανιώνει για τις επιλογές της, καθώς ήξερε από την αρχή ότι θα ακολουθούσε τον συγκεκριμένο δρόμο.

Σε αντίθεση με τη Γεωργία, τη δεύτερη σε ηλικία κόρη, πολύτεκνη μητέρα πέντε παιδιών, που ήθελε να γίνει αρχιτέκτονας. Η ίδια μετράει τα περισσότερα χρόνια στην επιχείρηση κι ασχολείται κυρίως με τα οικονομικά, αλλά και με τον έλεγχο της παραγωγής, κυρίως τη γραβιέρας. «Η γραβιέρα έχει μυστικά, κάθε βήμα στην παραγωγή της θέλει μαθηματική ακρίβεια. Για μένα είναι ένα "μωρό" που θέλει να μην το βγάζεις από τα μάτια σου», λέει χαρακτηριστικά.

Ολες οι κόρες θαυμάζουν τον 70χρονο πατέρα τους και τον έχουν υπόδειγμα. «Ο πατέρας μας είναι φαινόμενο. Ξυπνάει καθημερινά στις 5:30 το πρωί, πίνει το καφεδάκι του στη φύση και την υπόλοιπη μέρα δουλεύει όχι σαν αφεντικό, αλλά ως απλός εργάτης. Τη δουλειά που κάνουμε και οι τέσσερις την υπερκαλύπτει εκείνος», συμπληρώνει χαρακτηριστικά η Νίκη, μεγαλύτερη κόρη του τυροκόμου. Η ίδια είναι εκείνη που έρχεται σε επαφή με τους πελάτες κι αναλαμβάνει την προς τα έξω εικόνα της επιχείρησης και τη συμμετοχή της στις εκθέσεις.

Στα άμεσα σχέδια της οικογένειας είναι η δημιουργία ενός ιδιωτικού σούπερ μάρκετ όπου θα μπορεί ο καταναλωτής να προμηθεύεται τα προϊόντα, καθώς και η ανάπτυξη, σιγά σιγά, ενός δικτύου πωλήσεων στο εξωτερικό. Ηδη τα προϊόντα Τσαγκογέωργα είναι διεθνώς γνωστά. «Αν είχαμε πάει όπου πάει η μυζήθρα μας, θα είχαμε ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο», επισημαίνει η Δήμητρα, η τρίτη κατά σειρά κόρη της οικογένειας.

Πηγή: Έθνος

Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο

Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr