“Τούτη η εργασία είναι ο καρπός μιας στιγμής: της αυγής της Παρασκευής 16 Σεπτεμβρίου 1955. Την παραμονή, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, "έγενόμην έν τη νήσω τή καλούμενη Πάτμω". Καθώς έπαιρνε να χαράξει, ήμουν πάνω στη Χώρα. Η θάλασσα, ακίνητη σαν το μέταλλο, έδενε τα τριγυρινά νησιά. Δεν ανάσαινε ούτε ένα φύλλο μέσα στο φως που δυνάμωνε. Η γαλήνη ήταν ένα κέλυφος ολωσδιόλου αράγιστο. Έμεινα καρφωμένος από αυτή την επιβολή- έπειτα ένιωσα πως ψιθύριζα: "Έρχου καί βλέπε"... Είναι τα λόγια του ίδιου του Σεφέρη στην εισαγωγή της μετάφρασης της Αποκάλυψης.