Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο σε μια συγκινητική «απολογία» για τον πατέρα του: «Ήταν ομοφυλόφιλος, γεμάτος ενοχές!»
Πράγματα που θα μπορούσαν να έχουν ειπωθεί και δεν ειπώθηκαν. Κι άλλα που θα έπρεπε να έχουν γίνει και δεν έγιναν. Οι ανοιχτοί λογαριασμοί με τους απόντες της ζωής μας βαραίνουν μέσα μας και όσο πιο μεγάλες είναι οι εκκρεμότητες, τόσο πιο ασήκωτο γίνεται το βάρος. Αυτό συνέβη στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο.
Ο πατέρας του, Ρόμπερτ Ντε Νίρο ο πρεσβύτερος, έφυγε από τη ζωή το 1993. Ηταν ζωγράφος, αλλά ποτέ δεν απέκτησε τη φήμη του γιου του. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε βαριά κατάθλιψη, προσπαθώντας αφενός να καταλάβει γιατί η τέχνη του έμενε στα αζήτητα και αφετέρου να διαχειριστεί το μεγάλο του μυστικό: το ότι ήταν ομοφυλόφιλος.
Την ιστορία του αποφάσισε να αφηγηθεί ο μοναχογιός του, σε ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Remembering the artist: Robert De Niro Sr», που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Sundance Festival, έκανε πρεμιέρα το καλοκαίρι στο αμερικανικό δίκτυο HBO και πριν από λίγες ημέρες προβλήθηκε και στην Ελλάδα, από τα Novacinema 1 και Novacinema 1 HD. Πρόκειται για ένα γλυκόπικρο φιλμ, διάρκειας 40 λεπτών, φτιαγμένο από δύο «υλικά»: αγάπη και ενοχές. Ναι, αγαπούσε πολύ τον πατέρα του ο διάσημος ηθοποιός. Αλλά δεν είχε πάντα τον τρόπο να το δείξει. «Μου είχε ζητήσει πολλές φορές να ποζάρω για να μου φτιάξει το πορτρέτο. Ομως, άλλοτε δεν είχα χρόνο, άλλοτε κουραζόμουν να μείνω ακίνητος για πολύ. Μακάρι να το είχα κάνει...» εξομολογείται συγκινημένος μπροστά στην κάμερα. Δεν είναι λίγες οι φορές, στη διάρκεια του ντοκιμαντέρ, που «ο σκληρός» του Χόλιγουντ ξεσπάει σε κλάματα. Ιδιαίτερα όταν διαβάζει αποσπάσματα από τα ημερολόγια του πατέρα του. «Αν ο Θεός δεν θέλει να είμαι ομοφυλόφιλος -κάτι για το οποίο αισθάνομαι τόσο ένοχος-, θα στείλει στο δρόμο μου μια γυναίκα που θα αγαπήσω και θα με αγαπήσει ή θα μου εμφυσήσει το ενδιαφέρον για τις γυναίκες ως σεξουαλικές συντρόφους», είχε γράψει σε ένα από αυτά. «Πρέπει να βρω τη δύναμη να συνεχίσω να δουλεύω, χωρίς τη σκέψη της αναγνώρισης - πριν ή μετά το θάνατό μου», ανέφερε σε ένα άλλο.
Σχέση ζεστή, εξ αποστάσεως
Γεννημένος το 1922 στη Σίριακιουζ της Νέας Υόρκης, ο Ρόμπερτ Χένρι Ντε Νίρο από νωρίς έδειξε την κλίση του στα εικαστικά. Το 1941, φοιτητής ακόμα στην τάξη του Χανς Χόφμαν, γνώρισε και ερωτεύτηκε μια συμφοιτήτριά του, την κατά επτά χρόνια μεγαλύτερή του Βιρτζίνια Αντμιράλ. Παντρεύτηκαν την επόμενη χρονιά. Ο γιος τους, Ρόμπερτ Αντονι Ντε Νίρο τζούνιορ, γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1943. Δεν έμελλε να ζήσουν πολύ μαζί ως οικογένεια. Το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου βρήκε το ζευγάρι χωρισμένο. Ο μικρός θα έμενε με τη μητέρα του, η οποία εγκατέλειψε οριστικά τις καλλιτεχνικές της ανησυχίες, άφησε κάτω τα πινέλα και αναζήτησε τρόπους να εξασφαλίσει τα προς το ζην. Ξεκίνησε να δουλεύει ως δακτυλογράφος, αλλά πολύ γρήγορα στράφηκε στο real estate, τομέα στον οποίο αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανή.
Πατήρ και υιός Ντε Νίρο διατήρησαν, στα χρόνια που ακολούθησαν, μια σχέση αρκετά ζεστή - έστω και εξ αποστάσεως, όπως περιγράφει ο συγγραφέας Swan Levy στη βιογραφία «De Niro: A Life» που κυκλοφόρησε πρόσφατα. «Συνήθως βλεπόμασταν μία-δύο φορές το μήνα. Δεν ήταν ο τύπος του πατέρα που θα έπαιζε μπέιζμπολ με τον γιο του. Αλλά δεν ήταν κακός, ούτε απών ήμασταν δεμένοι, με λάτρευε», λέει ο ηθοποιός, που συχνά επισκεπτόταν το στούντιό του στο κάτω Μανχάταν για να τον δει να ζωγραφίζει και να παίξει με τα κατοικίδιά του: τους παπαγάλους του, το μαλτέζε σκυλάκι του που είχε βαφτίσει Ναπολέοντα και τα κουνέλια του. «Με πήγαινε σινεμά είχαμε δει τον “Κινγκ Κονγκ” και άλλα ασπρόμαυρα φιλμ. Με έπαιρνε μαζί του σε γκαλερί και μουσεία - μέχρι μια ηλικία που ενδιαφερόμουν πια για άλλα πράγματα και αρνούμουν να τον ακολουθήσω. Σήμερα εύχομαι να είχα πει περισσότερα “ναι” εκείνα τα χρόνια...»
Τον σεξουαλικό προσανατολισμό του πατέρα του δεν τον γνώριζε. Εμαθε το μεγάλο μυστικό από τη μητέρα του, το 2000, μόλις μία μέρα πριν εκείνη πεθάνει. Τότε του παρέδωσε και τα ημερολόγια του πρώην συζύγου της. Ο Αμερικανός σταρ συγκλονίστηκε. «Δεν είχα καταλάβει τίποτα. Ούτε η μητέρα μου είχε προηγουμένως αναφέρει το παραμικρό. Ετσι κι αλλιώς δεν της άρεσαν και πολύ οι συζητήσεις. Μακάρι να είχα δει κάποιο “σημάδι” και να το είχα κουβεντιάσει μαζί του», εξομολογήθηκε στο περιοδικό OUT. «Πάντως, σήμερα είμαι σε θέση να ξέρω πόσο δύσκολο ήταν για εκείνον. Ηταν παιδί μιας εργατικής οικογένειας πιστών καθολικών. Είχε μεγαλώσει σε μια μικρή, συντηρητική πόλη. Η ομοφυλοφιλία ήταν κάτι αδιανόητο εκείνη την εποχή...»
Ο γιος δεν μπήκε ποτέ στα «άδυτα» της προσωπικής ζωής του πατέρα του. «Δεν έμαθα καν αν βρήκε έναν σύντροφο που να τον αγαπά και να τον στηρίζει». Στις κακοτοπιές που αντιμετώπισε ως καλλιτέχνης, όμως, στάθηκε στο πλευρό του. Ενώ στα χρόνια του ’50 ο Ντε Νίρο ο πρεσβύτερος θεωρούνταν ζωγράφος ισάξιος του Ρόθκο και του Ντε Κούνινγκ, με το που μπήκε η δεκαετία του ’60 οι συσχετισμοί άλλαξαν. Ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός ήρθε στη μόδα, η ποπ αρτ θριάμβευε. Αυτά τα είδη εικαστικής έκφρασης δεν του ταίριαζαν. Εκείνος λάτρευε τον Ματίς, παρέμενε πιστός στη γαλλική παράδοση. Το αποτέλεσμα; Οχι μόνο δεν μπήκε στο πάνθεον των αναγνωρισμένων καλλιτεχνών της γενιάς του, αλλά βίωσε την απόρριψη και τη φτώχεια. Εργάστηκε ως φύλακας σε μουσείο, κορνιζοποιός, επιστάτης, παρέδιδε μαθήματα ζωγραφικής, ακόμη και πιάτα έπλενε σε εστιατόρια, αλλά με το ζόρι κατάφερνε να πληρώνει το νοίκι του.
Το 1961 αποφάσισε να φύγει για το Παρίσι. Στο μικρό αποχαιρετιστήριο πάρτι που έδωσε στην καμπίνα του στο Queen Mary, ο γιος του ήταν παρών. Τέσσερα χρόνια μετά ήταν εκείνος που ταξίδεψε στη Γαλλία για να τον πείσει να επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Ζούσε σε ένα μικρό ξενοδοχείο στην Αριστερή Οχθη. Ακούγεται ίσως ρομαντικό, αλλά, πιστέψτε με, δεν ήταν. Είχε χαθεί το momentum του και δεν μπορούσε να το αποδεχτεί. Βρισκόταν σε τέλμα. Τίποτα δεν πήγαινε καλά και ήταν δυστυχισμένος. Επρεπε να τον φέρω πίσω», εξηγεί.
«Το ταλέντο δεν είναι αρκετό»
Πίσω στη Νέα Υόρκη, όλα είχαν αλλάξει. Και ο νεαρός Ντε Νίρο ήταν πια διάσημος και πλούσιος. «Xρόνια μετά, το 1984, στα γυρίσματα του “Μια φορά κι έναν καιρό στην Αμερική”, ήρθε να με δει και φωτογραφηθήκαμε μαζί. Ηξερα πως ήταν υπερήφανος για μένα, αλλά έχω την αίσθηση ότι ζήλευε λίγο. (...) Τελικά, όσο ταλαντούχος κι αν είναι ένας καλλιτέχνης, όση πειθαρχία κι αν δείξει, ένα είναι σίγουρο: το ταλέντο δεν είναι αρκετό. Για να γίνεις διάσημος και να αναγνωριστείς, χρειάζεσαι και τύχη. Δεν μπορείς να έχεις κανέναν απολύτως έλεγχο στο πώς λειτουργεί όλο αυτό».
Ο ζωγράφος πέθανε το 1993, από καρκίνο του προστάτη, την ημέρα που έκλεινε τα 71 του χρόνια. Ο γιος του αποφάσισε να κρατήσει το ατελιέ του όπως ήταν: γεμάτο με μπογιές και πινέλα, καμβάδες και βιβλία. Το παλιομοδίτικο κόκκινο τηλέφωνό του είναι ακόμα εκεί. Το κλουβί του τελευταίου του παπαγάλου, του Dimitrious, επίσης. «Ηταν ο μοναδικός τρόπος να κρατήσω ζωντανή τη μνήμη του. Για μένα ανέκαθεν ήταν σπουδαίος καλλιτέχνης», λέει ο 70χρονος Ντε Νίρο. Και τι απαντά σε όσους υποστηρίζουν ότι η κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ εκτόξευσε τις τιμές των έργων του πατέρα του, αποδίδοντάς του τέτοια πρόθεση; «Γιατί όχι; Δεν είναι κακό. Οσο πιο πολύ κοστίζουν, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουν να “επιβιώσουν”. Αν έχεις πληρώσει ένα σεβαστό ποσό για κάτι, το εκτιμάς περισσότερο. Καλώς ή κακώς, έτσι λειτουργεί η αγορά τέχνης. Οσοι έχουν χρήματα συχνά αντιμετωπίζουν έναν πίνακα ως επένδυση, δεν ξέρουν απαραιτήτως από τέχνη. Εγώ θέλω για τα έργα του να βρουν ένα σπίτι. Και πού ξέρετε; Ισως τελικά η τέχνη του αντέξει περισσότερο στο χρόνο από τις ταινίες μου...»
Πηγή: Καθημερινή - Τασούλα Επτακοίλη
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr