Δίκη για το Μάτι: Ράγισαν καρδιές στην κατάθεση της Βαρβάρας Φύτρου-Βουκάκη που έχασε δύο παιδιά και τον σύζυγό της
Ιωάννα Πεταλά: Θυμάμαι να είμαι στη θάλασσα με τα χέρια απλωμένα και να βγάζω τις σάρκες μου, έμεινα 54 μέρες στο νοσοκομείο, έχασα μάνα και πατέρα
«Σήμερα θα ήθελα να είμαι στο σπίτι όχι εδώ μαζί σας και να περιμένω τα παιδιά μου να γυρίσουν από το σχολείο….». Συγκλόνισε με την κατάθεση της στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, η Βαρβάρα Φύτρου-Βουκάκη, η οποία έχασε κατά την φονική πυρκαγιά στο Μάτι, τον σύζυγό της Γρηγόρη Φύτρο και τα δυο τους παιδιά, την Εβίτα και τον Ανδρέα.
Οι παριστάμενοι στη δικαστική αίθουσα μόλις μπήκε η κα Φύτρου-Βουκάκη σηκώθηκαν όρθιοι, ενώ την ώρα που εξιστορούσε όλα όσα βίωσε, κάποιοι έκλαιγαν με λυγμούς μέσα στο ακροατήριο.
«Βοηθήστε οι δολοφονίες των ανθρώπων μας στο Μάτι να είναι η τελευταία τραγωδία σε αυτή τη χώρα» είπε η μάρτυρας απευθυνόμενη προς το δικαστήριο και καταχειροκροτήθηκε. Η κατάθεσή της ήταν κυριολεκτικά γροθιά στο στομάχι και συγκλόνισε όχι μόνο το ακροατήριο αλλά και την έδρα.
EUROKINISSI/ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ
«Για την Εβίτα, τον Αντρέα και τον Γρήγορη. Πέθαναν στη φονική πυρκαγιά στις 23ης Ιουλίου 2018 από τις εγκληματικές παραλήψεις και τα τραγικά λάθη όλων των κατηγορουμένων» είπε η κ. Βουκάκη κατά τη διάρκεια της σημερινής κατάθεσής της στο δικαστήριο και συνέχισε τη συγκλονιστική περιγραφή της: «Ο σύζυγος μου με τα παιδιά εμέναν στο Μάτι κι εγώ πηγαινοερχόμουν στο Γαλάτσι. Θα ήθελα να μην είμαι στη δουλειά μου εκείνο το απόγευμα. Θα ήθελα να ήμουν μαζί τους. Ενημερώθηκα από το Ίντερνετ ότι έχει φωτιά στο Νταού Πεντέλης. Τηλεφώνησα στο σύζυγο μου και μου είπε ότι άδικα ανησυχώ. Ότι άκουσε στην τηλεόραση πως κατευθύνεται στο Διόνυσο και θα έπρεπε να ανησυχούμε για το Σπίτι μας στη Δροσιά…. Εγώ επέμενα, τηλεφωνούσα συνεχώς. Βγήκε στη λεωφόρο Μαραθώνος να δει τι συμβαίνει. Γύρω στις έξι παρά βγήκε να δει. Με πήρε τηλέφωνο και ήταν άλλος άνθρωπος. Ήταν τρομοκρατημένος γιατί η φωτιά πλησίαζε απειλητικά. Θα έφευγε από το σπίτι για να βρει ασφαλές σημείο με τα παιδιά. Εγώ μόλις το άκουσα αυτό έφυγα από το γραφείο. Όταν κατάφερα να βρεθώ στη λεωφόρο Μαραθώνος στην έξοδο προς Ραφήνα, αυτό που αντίκρισα ήταν τρομακτικό. Ακινητοποιημένα αυτοκίνητα. Δεν καταλάβαιναν γιατί έχουν σταματήσει. Έπαιρνα το Γρήγορη, τα παιδιά στα κινητά τους, δεν το σήκωναν».
«Μαμά φοβάμαι»
Συνεχίζοντας τη συγκλονιστική περιγραφή της η μάρτυρας ανέφερε ότι κάποια στιγμή κατάφερε να μιλήσει με τον γιο της τον Ανδρέα. «Το παιδί ήταν τρομοκρατημένο. Μου είπε ότι βρίσκεται στο λιμάνι του Ματιού, ότι γίνονταν εκρήξεις και ήταν μια χαοτική κατάσταση. “Φοβάμαι μαμά μου!” μου είπε. Του είπα ότι προσπαθώ να έρθω να τους βρω. Μου λέει “εσύ να μην έρθεις, θα έρθουμε εμείς”. Ήταν φοβισμένος κι εγώ δεν ήμουν εκεί. Να του κρατήσω το χέρι να του πω ότι όλα θα πάνε καλά».
Η μάρτυρας ανέφερε ξεκίνησε για το Μάτι, τηλεφωνώντας στο μεταξύ στον αδικοχαμένο σύζυγό της: «Έπαιρνα τον Γρηγόρη. Κάποια στιγμή γύρω στις 18.30, όταν μου απάντησε στο τηλέφωνο, ούρλιαζε. “Καιγόμαστε! Δεν το καταλαβαίνεις! Που να έρθεις να μας βρεις!”. Ο Γρηγόρης μου έκανε ότι ήταν δυνατό για να σώσει τα παιδιά μας. Δεν μπορεί να ήταν οι δικοί μου. Όχι τα δικά μου τα παιδιά, όχι ο άντρας μου. Όχι έτσι». Η ίδια εντόπισε ένα φίλο της και του ζήτησε βοήθεια ώστε να ψάξει την οικογένεια της.
EUROKINISSI
Κατέθεσε χαρακτηριστικά η κ. Βουκάκη: «Του είπα να πάει στο σπίτι στο Μάτι να δει μήπως τους βρει. Με παίρνει και μου λέει “το σπίτι δεν υπάρχει κανένας” και πως καιγόταν ένα σημείο του σπιτιού και προσπαθούσε να το σβήσει μόνος του. Να το ξαναπώ; Ανυπαρξία κρατικού μηχανισμού. Ξεκίνησα να πάω στο Μάτι φορτωμένη με όσα πράγματα θεωρούσα ότι μπορεί να χρειάζονταν άνθρωποι που έχουν περάσει από φωτιά. Πριν φτάσω στην Αγία Μαρίνα είδα δυο περιπολικά σταματημένα κι έκλειναν το δρόμο. «Που πάτε κυρία μου; Είστε τρελή; Κάτω κάηκαν τα πάντα» μου είπαν και απάντησα «θα περάσω τώρα, ψάχνω την κόρη μου, τον άντρα και το γιο μου». Ποιο Μάτι; Ποια περιοχή; Δεν υπήρχε τίποτα. Μυρωδιά καμένου, σκοτάδι, νεκρική σιωπή! Δεν είχε μείνει τίποτα ζωντανό. Μόνο κάποιοι άνθρωποι σαν εμάς (…) Κατάλαβα ότι ο Γρηγόρης έτρεχε για να σωθεί. Έκανα εικόνα τη στιγμή που μιλούσα με το Γρήγορη και φώναζε στα παιδί να φύγουν και η Εβίτα έλεγε “μπαμπά να βάλω τα παπούτσια μου” και τις φώναζε «έλα με τις σαγιονάρες». Ήθελα να ψάξω δρόμο - δρόμο. Κατεβαίναμε στον παραλιακό δρόμο του Ματιού. Εγκατάλειψη. Καμένα. Κόσμος που έψαχνε τους δικούς του. Δεν ξέρω αν μπορείτε εσείς να μπείτε στα δικά μας μάτια να ζήσετε ότι ζήσαμε. Με τι λόγια; Ποιες πινελιές να ζωγραφίσουν εκείνη τη μαύρη εικόνα; (….) Φτάσαμε στο σημείο που ήταν τα αυτοκίνητα το ένα πάνω στο άλλο. Χαμός. Είχε μέσα απανθρακωμένους ανθρώπους. Που ήταν οι δικοί μου άνθρωποι; Θα τους έβρισκα έτσι; Βλέπω το αμάξι του συζύγου μου παρατημένο. Λέω όχι εδώ ο άνδρας μου και τα παιδιά μου! Γιατί έχει παρατήσει το αμάξι ανοιχτό; Τι τον ανάγκασε; Δεν ήξερα. Φώναζα τα ονόματα τους. Ποιος να απαντήσει; Τι να απαντήσει;».
«Ήταν η Εβίτα μου»
Συνεχίζοντας τη συγκλονιστική περιγραφή της η μάρτυρας ανέφερε ότι κινήθηκε προς το Λιμάνι της Ραφήνας για να αναφέρει: «Κάθε φορά που ερχόταν μια βάρκα τρέχαμε. Κι όταν έφευγε η βάρκα και δεν κατέβαινα κανείς από τους δικούς μας, απογοήτευση…. Σε μια από όλες τις φορές που βρίσκομαι στο Λιμεναρχείο με πλησίασε μια αξιωματικός και μου είπε ότι έχουν βρει ένα κοριτσάκι. Από τις φωτογραφίες που τους είχα δώσει…. Είχε μια φωτογραφία στο κινητό της. Με ρώτησε αν μπορεί να μου τη δείξει. Της είπα “ναι”. Πίστευα ότι δεν θα είναι το δικό μου παιδί. Και είδα τη φωτογραφία και δεν ήταν λάθος και ήταν η Εβίτα μου. Με ροζ μπλουζάκι της όπως μου είχε στείλει λίγες ώρες νωρίτερα ένα βίντεο. Τραγουδούσε και γελούσα. Τώρα δεν είχε ζωή. Έπρεπε να συνεχίσω. Η ζωή μου είχε τελειώσει, αλλά είχα άλλο ένα παιδί κι ένα σύζυγο. Έπρεπε να σταθώ στα πόδια μου. Να ξανά κατέβω στις βάρκες να τους βρω. Ερχόντουσαν οι βάρκες και οι δικοί μου δεν κατέβαιναν».
Η ίδια, όπως είπε, συνέχισε να αναζητήσει σύζυγο και γιο. «Κάποια στιγμή μάθαμε ότι υπήρχε ένα οικόπεδο, το οικόπεδο Φράγκου. Που είναι αυτό το οικόπεδο ρωτάω. Από την περιγραφή του σημείου κατέρρευσα. Ήταν πολύ κοντά εκεί που βρέθηκε το αυτοκίνητο. Είχα περάσει απ’ έξω! Φώναξα, ποιος να μου πει ότι όταν πέρασα απ’ έξω το βράδυ ότι μέσα σε εκείνο το οικόπεδο εγώ η μάνα είχα χάσει το παιδί μου και τον άντρα μου ….¨Ήθελα να μπω μέσα. Κάποιοι αστυνομικοί έκλεισαν την καγκελόπορτα. Τους λέω “αν δε με αφήνετε, μπείτε εσείς, ο σύζυγος μου έχει ένα τατουάζ με τα ονόματα των παιδιών”. Λίγο αργότερα είδα να έρχονται οι άνθρωποι της ΕΜΑΚ. Τους παρακάλεσα να μπω μέσα. Μας είπαν να αναγνωρίσουμε τους ανθρώπους μας στο Σχιστό και στο Γουδί. Ο Τάκης (φιλικό της πρόσωπο που την βοήθησε) βρήκε κάποιους δικούς του και τους έδωσε πληροφορίες για τον άντρα μου και το παιδάκι μου. Μετά άρχισε το ταξίδι μου στις υπηρεσίες. Δε μπορώ να πιστέψω ότι από μια πυρκαγιά, την κρατική ανυπαρξία, χωρίς πυροσβεστικά, χωρίς εναέρια, να φτάνεις να χάνεις τους δικούς σου και να πηγαίνεις από τη μια υπηρεσία στην άλλη. Όχι εμάς, των ανθρώπων μας. Να σε σέρνουν και να σε τρέχουν και να μη ξέρει ένας να πει αν οι άνθρωποι σου είναι εδώ …..Εγώ η ίδια πήγα στα ψυγεία να δω αφού δε μπορείτε να μου δώσετε μια απάντηση. Κάποια στιγμή με ειδοποίησαν από την ιατροδικαστική υπηρεσία να δώσω dna για να γίνει η επίσημη ταυτοποίηση για την Εβίτα. Ζήτησα να δω. Μου το επέτρεψαν. Τα χεράκια της, τα δαχτυλάκια της. Ήξερα για τον άντρα μου, αλλά ευχόμουν για τον Αντρέα μου. Μέχρι τελευταία στιγμή ήλπιζα ακόμα. Με ενημέρωσαν ότι ταυτοποιήθηκε και ο Αντρέας μου και ακολούθησε το δρόμο που άνοιξε ο Γρηγόρης και η Εβίτα μου».
«Θυμάμαι να είμαι στη θάλασσα και να βγάζω τις σάρκες μου»
«Θυμάμαι να είμαι στη θάλασσα με τα χέρια απλωμένα και να βγάζω τις σάρκες μου. Βγήκα έξω και μπήκα ξανά μέσα γιατί στέγνωσα και πέθαινα από τον πόνο», ανέφερε σήμερα καταθέτοντας στη δίκη για το Μάτι, η μάρτυρας Ιωάννα Πεταλά, η οποία έχασε τους γονείς της στις φλόγες, ενώ και η ίδια έχει υποστεί εγκαύματα στα χέρια, τη πλάτη, τους γλουτούς τα πόδια και μέχρι σήμερα αντιμετωπίζει, όπως είπε, σοβαρά προβλήματα.
Αρχίζοντας την κατάθεσή της στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο της Αθήνας, η μάρτυρας περιέγραψε: «Εκείνη την ημέρα γύρω στις 17.30 άκουσα στην τηλεόραση για τη φωτιά στο Νταού. Δέκα λεπτά μετά κόπηκε το ρεύμα και βγήκε όλη η γειτονιά έξω. Υπήρχε κάτι περίεργο στην ατμόσφαιρα, ο αέρας ήταν δυνατός. Είπαμε να κλειστούμε στο σπίτι. Την ώρα που έκλεινα το τελευταίο παντζούρι ακούω τη μαμά μου να ουρλιάζει. Είχαν λαμπαδιάσει κάτι κλαδιά. Άρπαξε η μαμά μου την τσάντα της κι εγώ τα κλειδιά και φύγαμε προς Περικλέους. Την ώρα που φεύγαμε μια γειτόνισσα έμπαινε στο αμάξι της και πήγαμε μαζί της. Φύγαμε αναγκαστικά αριστερά κάτω. Η φωτιά μας κυνήγαγε από αριστερά και πίσω. Όταν ακινητοποιηθήκαμε είδα ότι η φωτιά ήταν πολύ κοντά. Τους λέω βγείτε έξω θα καούμε. Έπεσε πολύ πυκνός μαύρος καπνός».
Συνεχίζοντας την κατάθεσή της η μάρτυρας συγκλόνισε όταν άρχισε να περιγράφει τα όσο είδε όταν πια βγήκε έξω από το σπίτι της. Χαρακτηριστικά ανέφερε: «Έπεσα κάτω, έχασα τα γυαλιά μου. Γύρισα πίσω και είδα πύρινες νιφάδες. Ενστικτωδώς κατευθύνθηκα προς θάλασσα. Άκουγα ανθρώπους να ουρλιάζουν. Περνούσε ένα νεαρός μόνο με το μποξεράκι του και μια μάνα με ένα λιπόθυμο παιδάκι ή νεκρό… Κάποιος μου λέει κοπέλια καίγεσαι. Είχα πιάσει φωτιά από πίσω. Έφτασα στη θάλασσα κι έπεσα κατευθείαν μέσα. Από πάνω καιγόντουσαν τα πάντα. Είχε εκρήξεις. Κάθισα δίπλα σε μια οικογένεια. Κάποια στιγμή κρύωνα. Θυμάμαι να είμαι στη θάλασσα με τα χέρια απλωμένα και να βγάζω τις σάρκες μου. Βγήκα έξω και ξαναμπήκα μέσα γιατί στέγνωσα και πέθαινα από τον πόνο».
Τις ώρες που η γυναίκα βρίσκονταν στη θάλασσα είδε, όπως κατέθεσε, ανθρώπους να ζητούν απελπισμένα βοήθεια, η οποία δεν ήρθε ποτέ. «Κάποια στιγμή κάποιος μίλησε με ένα δικό του.
«Είμαστε όλοι στην παραλία, ειδοποίησε κάποιον να μας σώσει», του είπε. Κάποια στιγμή άκουσα τη φωνή κάποιου γνωστού μου. Ζήτησα βοήθεια γιατί δεν μπορούσα ούτε να μιλήσω. Άκουσα στην παραλία τη φωνή της γειτόνισσας. Της λέω που είναι η μάνα μου. Μου λέει είναι καλά.», είπε η κ. Πεταλά και συνέχισε: «Κάποια στιγμή ήρθε ένα καραβάκι. Έπεσα λιπόθυμη. Φτάσαμε στη Ραφήνα. Με πήγαν στο Θριάσιο και μετά στο ΓΝΑ και έμεινα 54 ημέρες. Έχω καεί στα χέρια, πλάτη, γλουτούς και πόδια. Έπαθα πνευμονική εμβολή, είχα επιπλοκές. Μπήκα σε ΜΕΘ για 8 ημέρες. Είχαν πει ότι δε θα γλιτώσω. Δε μπορούσα να περπατήσω. Ακόμα με πονάνε στη ζέστη τα εγκαύματα. Δεν μπορώ να λειτουργήσω σωστά. Δεν περνάει μέρα που να μη σκεφτώ αυτά που έχω ζήσει».
Στη συνέχεια της κατάθεσής της η μάρτυρας αναφέρθηκε στα όσα έμαθε κατόπιν για τους γονείς της με τους οποίου είχε χωριστεί: «Η μάνα μου ήταν πεσμένη στο πεζοδρόμιο, πεσμένη στα γόνατα, τόσο καμένη που δεν είχε μαλλιά. Ήταν γυμνή, χωρίς μαλλιά και ούρλιαζε. Της έφεραν ένα τραπεζομάντηλο από την ταβέρνα. Ξέρω από έναν κύριο που ήταν μαζί της ότι 5-6 ώρες ήταν ζωντανή. Με το που έφτασε στη Ραφήνα πέθανε. Ο πατέρας μου απανθρακώθηκε κοντά στο αμάξι. Δεν κατάφερε να πάει μακριά… Δεν μας ενημέρωσε κανείς. Υπήρξε η αντίληψη στο Μάτι ότι αν συνέβαινε κάτι επικίνδυνο χτυπούσαν οι καμπάνες. Αν μας ειδοποιούσε κάποιος έστω και δέκα λεπτά νωρίτερα οι δικοί μου θα ζούσαν».
Στο ακροατήριο κατέθεσε και η αδελφή της μάρτυρα, Δήμητρα Πεταλά, η οποία αναφέρθηκε στις προσπάθειες που έκανε για να εντοπίσει τα μέλη της οικογένειάς της. Η μάρτυρας είπε μεταξύ άλλων στην κατάθεσή της: «…Έκανα δεκάδες τηλέφωνα παντού. Λιμενικό, πυροσβεστική, νοσοκομεία. Δεν έβρισκα κανέναν. Και δέχθηκα κλήση λίγη ώρα αργότερα τηλέφωνο από την πυροσβεστική Θεσσαλονίκης! Εκεί δήλωσα τους αγνοούμενους! Στην πυροσβεστική Θεσσαλονίκης».
Ακόμη κ. Πεταλά αναφέρθηκε στην αδελφή της η οποία νοσηλεύονταν και εκείνη ζήτησε να της μιλήσει: «Μου απάντησαν: «δεν μπορείτε, είναι καμένα τα χέρια της». Καταλαβαίνετε το σοκ. Πήγα να την δω και ο θάλαμος μύριζε καμένη σάρκα. Μάλιστα, ανέφερε ότι μόνη πήρε τηλέφωνο να αναγνωρίσει τους νεκρούς γονείς της. «Δεν είχα καμία ενημέρωση. Πήρα τηλέφωνο και τους λέω «νομίζω πως σε αυτούς τους σάκους που έχετε, έχω δυο νεκρούς μέσα», ανέφερε η μάρτυρας.
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr