Κωστής Κατσανέβας: Ό,τι καινούργιο αναδύεται στα «Ωνάσεια Σχολεία» να υπηρετεί την ευρύτερη κοινωνία όχι να επιβαρύνει την προβληματική δομή της εκπαίδευσής μας
Το μεγαλύτερο άγχος πηγάζει από την πρόβλεψη για διαδικασίες εισαγωγής μαθητών που προσιδιάζουν σε «Πρότυπα Σχολεία», δύσκολες εξετάσεις, γεγονός που απαιτεί προετοιμασία
Το επίσημο πλάνο για τα 22 νέα «Ωνάσεια Σχολεία», όπως ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Παιδείας, έρχεται σε μια περίοδο έντονων συζητήσεων για τον ρόλο και την ποιότητα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Ένα σύστημα που, κατά γενική ομολογία, προσφέρει στους μαθητές περιορισμένες διεξόδους—συχνά εστιασμένες αποκλειστικά στην εξέταση τεσσάρων πανελλαδικώς εξεταζόμενων μαθημάτων—δυσκολεύεται να τους προετοιμάσει ουσιαστικά για το πανεπιστήμιο, την αγορά εργασίας και τη σύγχρονη ζωή.
Η πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ωνάση, να συνεισφέρει τόσο στην αναβάθμιση των σχολικών υποδομών όσο και στη χρηματοδότηση εκπαιδευτικών δράσεων, φαντάζει, αρχικά, ως μια ανάσα σε προβλήματα δεκαετιών.
Γράφει ο Κωστής Κατσανέβας* στο Βήμα
Ο εκσυγχρονισμός και η συντήρηση κτηριακών εγκαταστάσεων, η ενίσχυση επιμορφώσεων και η παροχή υποτροφιών για μαθητές κι εκπαιδευτικούς μοιάζουν με πολυπόθητες κινήσεις.
Εξάλλου, οι προσδοκίες για «καινοτομίες» στην εκπαιδευτική διαδικασία έχουν εκφραστεί επανειλημμένα τόσο από γονείς, όσο και από εκπαιδευτικούς φορείς.
Ωστόσο, η ΟΛΜΕ (Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης) έχει ήδη τοποθετηθεί ρητά εναντίον της εν λόγω συμφωνίας, επισημαίνοντας τον κίνδυνο «έμμεσης ιδιωτικοποίησης» του δημόσιου σχολείου. Και πράγματι, το ερώτημα που εγείρεται είναι διπλό: πρώτον, κατά πόσο μια τέτοια χρηματοδοτική παρέμβαση αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο εισόδου και άλλων ιδιωτικών φορέων σε δημόσιους εκπαιδευτικούς θεσμούς, χωρίς σαφή καθορισμό κανόνων. Δεύτερον, αν η προσπάθεια αυτή τελικά ενισχύσει αντί να αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες εντός του εκπαιδευτικού συστήματος.
Το μεγαλύτερο άγχος πηγάζει από την πρόβλεψη για διαδικασίες εισαγωγής μαθητών που προσιδιάζουν σε «Πρότυπα Σχολεία». Οι υποψήφιοι οφείλουν να ανταποκριθούν σε δύσκολες εξετάσεις, γεγονός που απαιτεί προετοιμασία. Κι ας μην κρυβόμαστε: σε έναν εκπαιδευτικό χώρο όπου τα φροντιστήρια και τα ιδιαίτερα μαθήματα είναι αναγκαία για τις Πανελλήνιες, πώς θα ανταποκριθούν οι μαθητές από μειονεκτούσες κοινωνικές ομάδες; Σε περιοχές όπου οι οικονομικές δυνατότητες των οικογενειών είναι περιορισμένες, η πιθανότητα εισαγωγής σε τέτοιας «υψηλής ποιότητας» σχολεία γίνεται ακόμη πιο μικρή. Έτσι, κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε ένα νέο σύστημα διευρυμένων διαχωρισμών, στο οποίο οι οικογένειες που μπορούν να επενδύσουν σε πρόσθετη εκπαίδευση αποκτούν προβάδισμα σε ένα σχολείο-«διαμάντι». Με απλά λόγια, όσοι δεν διαθέτουν τα μέσα, δεν θα έχουν ίση πρόσβαση στο πολλά υποσχόμενο «Ωνάσειο» πρόγραμμα.
Ακόμη, τίθεται ζήτημα διαφάνειας και κοινωνικής λογοδοσίας. Ποια θα είναι τα κριτήρια που θα επιτρέπουν σε έναν ιδιωτικό οργανισμό να βάζει πόδι σε δημόσιες δομές εκπαίδευσης; Στο όνομα της βελτίωσης των συνθηκών, κινδυνεύει άραγε να ανοιχτεί ο δρόμος για την περαιτέρω εμπλοκή εταιρειών ή φορέων με ποικίλες ατζέντες; Σε μια δημοκρατική κοινωνία, το σχολείο δεν πρέπει να εξυπηρετεί παρά μόνο δημόσιους και παιδαγωγικούς σκοπούς. Το να διαφημίζεται, άμεσα ή έμμεσα, κάποιος «ευεργέτης» αποτελεί λεπτό ζήτημα – όταν μάλιστα υπάρχει ορατή προοπτική μετακίνησης του εκπαιδευτικού κέντρου βάρους από το Δημόσιο προς τον εκάστοτε χρηματοδότη, η ανησυχία πολλαπλασιάζεται.
Ασφαλώς, το σχέδιο αυτό δεν στερείται στοιχείων που θα μπορούσαν να ωφελήσουν ένα γερασμένο εκπαιδευτικό σύστημα. Τα κονδύλια για ανακαίνιση υποδομών σίγουρα θα προσφέρουν καλύτερες αίθουσες και σύγχρονα εργαστήρια, ενώ η προοπτική επιστημονικής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών υπόσχεται να φέρει φρέσκες ιδέες στη διδασκαλία. Κι όμως, η βασική προβληματική παραμένει: πώς θα εξασφαλιστεί ότι οι τοπικές κοινότητες θα ωφεληθούν ουσιαστικά, αντί να δημιουργηθεί μια «ελίτ» μαθητών σε (κατ’ όνομα) δημόσια σχολεία;
Κλείνοντας, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι η αναβάθμιση των σχολείων είναι επείγουσα. Όμως επείγει και η προστασία του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Τυχόν αλλαγές πρέπει να σέβονται:
Την εντοπιότητα: να παραμένει υψηλό το ποσοστό μαθητών από την περιοχή.
Την κοινωνική δικαιοσύνη: να μη μένουν πίσω όσοι δεν μπορούν να πληρώσουν φροντιστήρια.
Την αυστηρή δημόσια εποπτεία: κάθε δομή που χρηματοδοτείται από ιδιώτες οφείλει να εποπτεύεται πλήρως από τους αρμόδιους φορείς, διασφαλίζοντας κοινά κριτήρια και ίσες ευκαιρίες.
Διαφορετικά, ο κίνδυνος δημιουργίας ενός εκπαιδευτικού διχασμού είναι υπαρκτός. Ό,τι καινούργιο αναδύεται στα «Ωνάσεια Σχολεία» θα πρέπει να υπηρετεί πρωτίστως την ευρύτερη κοινωνία, όχι να επιβαρύνει την ήδη προβληματική δομή της εκπαίδευσής μας. Αν θέλουμε πραγματική πρόοδο, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε σε βάθος την ανεπάρκεια του σχολείου μας και να συνδέσουμε το μέλλον του με ένα όραμα συμπεριληπτικό, που δεν θα αφήνει κανέναν μαθητή εκτός.
* Ο Κωστής Κατσανέβας είναι Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού
Ακολουθήστε το eirinika.gr στο Google News για ενδιαφέρουσες ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο
Πατήστε εδώ για να διαβάσετε όλες τις αναρτήσεις του eirinika.gr