Τον 17ο αιώνα, επισκέφτηκε τη Σαντορίνη ένας Γάλλος ιερωμένος, ο Francois Richard. Στα απομνημονεύματά του διηγείται με δέος, πως οι κάτοικοι του νησιού τρέφονταν, κυρίως, από κάτι μαύρα κριθαρένια παξιμάδια, που τα ζύμωναν και τα έψηναν δυο-τρεις φορές το χρόνο. Τα παξιμάδια αυτά, που τα μούσκευαν στο νερό και τα συμπλήρωναν με λίγα λαχανικά ή ψάρια για να χορτάσουν την πείνα τους, ήταν τόσο μαύρα και σκληρά, που στη Γαλλία ούτε τα σκυλιά δε θα τα έτρωγαν, γράφει ο Richard. Για κάποιον αμάθητο σε τέτοια τροφή, σίγουρα θα προκαλούσαν αιμορραγία ή και θάνατο, καταλήγει ο εκλεπτυσμένος Γάλλος. Τέτοιου είδους παξιμάδια, συνήθως μιγάδια, ζυμωμένα με ανάμικτο κριθαρένιο και σταρένιο αλεύρι, εξακολούθησαν να είναι η βασική τροφή των κατοίκων των Κυκλάδων, μέχρι σχεδόν, τη δεκαετία του 60.